Άρθρο για το Περιοδικό «ΑΝΤΙ»(Ιούνιος 2007)



Το Τακτικό Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, που πραγματοποιείται στο Α΄ δεκαήμερο του Ιουλίου, διεξάγεται σε μία ενδιαφέρουσα όσο και κρίσιμη πολιτική συγκυρία για το κυβερνών κόμμα.

Τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της συγκυρίας αυτής επιδέχονται δυο αναγνώσεις:

Πρώτη Ανάγνωση: Η πλειοψηφία της κοινής γνώμης, όπως δείχνουν όλες οι σχετικές έρευνες, πιστεύει ότι η Νέα Δημοκρατία θα κερδίσει και πάλι τις επόμενες εκλογές όποτε και αν γίνουν.

Αυτό εξηγείται από μια προσεκτικότερη μελέτη των ποιοτικών στοιχείων, που παρουσιάζονται στις έρευνες αυτές.

Το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης αποδέχεται ότι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, παρά τα λάθη και τις παραλειψεις, πέτυχε μεταξύ των άλλων, ενδεικτικά:

·          Να εξυγιάνει τα δημοσιονομικά ζητήματα της Χώρας και να αποκαταστήσει την εικόνα της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μειώνοντας δραστικά τα δημόσια ελλείμματα, που υπονομεύουν το παρόν και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.

·          Να συνδυάσει την δημοσιονομική σταθεροποίηση με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που φέρνουν την Χώρα μας στην πρώτη γραμμή της Ευρωζώνης.

·          Να αυξήσει σημαντικά τις άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά και τις επενδύσεις που προέρχονται από   το εσωτερικό της Χώρας, με την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, δίνοντας, έτσι, νέα ώθηση στην παραγωγική διαδικασία και δημιουργώντας συνθήκες για την δημιουργία κοινωνικού πλεονάσματος, ώστε να έχει την δυνατότητα στην συνέχεια το Κράτος να περάσει στην αναδιανομή του πλεονάσματος αυτού υπέρ των αδυνάτων.

·          Να δρομολογήσει μέτρα κοινωνικής πολιτικής, τα οποία, βεβαίως,   δεν έλυσαν εξ΄ολοκλήρου το πρόβλημα των κοινωνικών ανισοτήτων στην Ελλάδα, οι οποίες έγιναν ιδιαίτερα έντονες τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, αλλά συμβάλλουν στην σταδιακή άμβλυνση τους (ΛΑΦΚΑ, αυξήσεις σε κατώτατες συντάξεις ΟΓΑ και σε ΕΚΑΣ σύμφωνα με τις προεκλογικές δεσμεύσεις του 2004, πανωτόκια, φορολογικές ελαφρύνσεις κ.τ.λ.).

·          Να κινήσει διαδικασίες σημαντικών θεσμικών μεταρρυθμίσεων, στο πλαίσιο της Αναθεώρησης του Συντάγματος, η πρώτη φάση της οποίας (Προαναθεωρητική) έχει ήδη ολοκληρωθεί και προβλέπεται η εξέλιξη της δεύτερης φάσεως (κυρίως Αναθεωρητική) μετά τις εκλογές.

·          Να προωθήσει διαδικασίες πραγματικού εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Διοίκησης, που αποτελεί «τον μεγάλο ασθενή» της σημερινής Ελλάδας. Δεν ισχυρίζεται, βεβαίως, κανείς ότι τα ζητήματα αυτά λύθηκαν τα τρια τελευταία χρόνια, μια και υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη για να διανυθεί.

·          Να προχωρήσει σε μεταρρυθμιστικά μέτρα, έστω και αργοπορημένα, σε καίριους τομείς της δημόσιας ζωής, όπως η Ανωτάτη Παιδεία, όπου ασφαλώς υπάρχουν τεράστιες ακόμη εκκρεμότητες προς αντιμετώπιση και επίλυση.

Δεύτερη Ανάγνωση: Το ό,τι η Κυβέρνηση Καραμανλή είναι μια καλή Κυβέρνηση δεν αναιρεί κάποια στοιχεία, που είναι ορατά, δια γυμνού οφθαλμού, μέσα στο εκλογικό σώμα και πρέπει να μας προβληματίσουν σοβαρά.

Μεταξύ αυτών, αναφέρω ενδεικτικά:

·          Παρατηρείται μια ευδιάκριτη φθορά της εικόνας της Κυβέρνησης, σε βαθμό δυσανάλογο με το μικρό χρόνο άσκησης της εξουσίας. Η φθορά αυτή δεν οδηγεί σε ανατροπές του πολιτικού σκηνικού, για την ώρα. Και δεν πρόκειται να οδηγήσει, αν η Νέα Δημοκρατία πάρει τις απαραίτητες εκείνες πρωτοβουλίες και αναδιατάξει τις δυνάμεις της, ανασυγκροτώντας εκ βάθρων την εικόνα της, πριν, αλλά κυρίως μετά τις επόμενες εκλογές.

·          Ιδιαίτερα ανησυχητικό για την Νέα Δημοκρατία είναι το γεγονός ότι στις περισσότερες έρευνες της κοινής γνώμης εμφανίζεται να κινδυνεύει να χάσει τα ισχυρά της στηρίγματα στο χώρο των μικρομεσαίων Ελληνικών νοικοκυριών. Στηρίγματα, τα οποία εξασφάλισε με την πολιτική που ακολούθησε ο Κώστας Καραμανλής ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, την ίδια περίοδο που ο Κώστας Σημίτης ως Πρωθυπουργός ήταν ο εκλεκτός του Ελληνικού οικονομικού και εκδοτικού κατεστημένου.

Αυτά τα στηρίγματα της Ν.Δ. στις συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες,   συνιστούν, κατά την γνώμη του υπογράφοντα, τις πολιτικές αναφορές της στον λεγόμενο «μεσαίο χώρο». Και όχι οι θολές πολιτικές παραφιλολογίες, που θαμπώνουν την εικόνα της πολιτικής φυσιογνωμίας της Ν.Δ., ιδιαίτερα στις τάξεις των οπαδών της και στον κόσμο της εργασίας.

·          Αν η Νέα Δημοκρατία υποστεί δραστική μείωση της επιρροής της και της αξιοπιστίας της στο χώρο των μη προνομιούχων Ελλήνων, θα κινδυνεύσει άμεσα και μεσοπρόθεσμα να βρεθεί στο περιθώριο των εξελίξεων και να χάσει την πολιτική κυριαρχία της στο πολιτικό σκηνικό.

·          Η αντίληψη ότι «όσο το ΠΑΣΟΚ έχει Αρχηγό τον Γιώργο Παπανδρέου η Ν.Δ. δεν διατρέχει πραγματικό κίνδυνο», είναι, από μόνη της, ο υπ' αριθμόν ένα κίνδυνος για την Νέα Δημοκρατία. Έχει αποδειχθεί ότι ο Ελληνικός λαός κυρίως καταψηφίζει και τιμωρεί τις Κυβερνήσεις και πολύ λιγότερο υπερψηφίζει τις Αντιπολιτεύσεις.

·          Η άποψη ότι μια νέα νίκη στις επόμενες βουλευτικές εκλογές αρκεί από μόνη της να διαγράψει τα πάντα, δηλαδή να μηδενίσει το πολιτικό «κοντέρ», είναι εξόχως εξωπραγματική. Αν η επόμενη ημέρα των εκλογών δεν δείξει σημαντικές αλλαγές στην Κυβέρνηση, στον προγραμματικό λόγο και στην πολιτική πρακτική, τότε η φθορά που παρατηρείται και η κόπωση του κόσμου θα κεφαλαιοποιηθούν σε μεγάλο και ανησυχητικό βαθμό, δημιουργώντας ένα κλίμα ιδιαίτερα βαρύ από τον πρώτο χρόνο της δεύτερης τετραετίας.

 

Ο Κώστας Καραμανλής παραμένει κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού και φαίνεται να έχει επίγνωση και των δυνατοτήτων αλλά και των αδυναμιών της συγκυρίας.

Ο τρόπος με τον οποίο είναι οργανωμένα και λειτουργούν τα δυο κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα δεν ξέρω αν επιτρέπει να συζητηθούν τέτοιου είδους ζητήματα, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν στο κείμενο που προηγήθηκε, σε ένα τακτικό κομματικό Συνέδριο.

Το πολιτικό μας σύστημα έχει πετύχει πολλά από την πτώση της δικτατορίας μέχρι σήμερα. Έχει όμως, ακόμη, πολύ δρόμο μπροστά του για να παρακολουθήσει την ώριμη πολιτική πραγματικότητα των περισσοτέρων Ευρωπαϊκών χωρών (ουσιαστικός πολιτικός διάλογος στα εσωκομματικά όργανα, κατοχύρωση του θεσμικού ρόλου των τάσεων μέσα στα κόμματα, ουσιαστικές εκλογικές διαδικασίες κ.τ.λ.).

Σε κάθε περίπτωση τα κόμματα, με τις όποιες ατέλειες στην λειτουργία τους, παραμένουν ζωντανοί οργανισμοί, που αργά ή γρήγορα παίρνουν τα μηνύματα της κοινωνίας και ευθυγραμμίζονται   προς τα αιτήματά της.

Και η Νέα Δημοκρατία έχει αποδείξει, από το 1975 μέχρι σήμερα, ότι έχει τα κατάλληλα πολιτικά ανακλαστικά για να ανταποκρίνεται θετικά στην ιστορική συγκυρία.