Ομιλία κατά την συνέχιση της συζήτησης επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, (8 Μαίου 2008)
· Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μετά τη συζήτηση που έγινε επί της αρχής, εισερχόμεθα στις ενότητες όπως τις καθορίσαμε μετά από πρόταση του Προέδρου της Βουλής για να κινηθεί σωστά η όλη διαδικασία της συζήτησης στην Ολομέλεια. Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει μια σειρά από ρυθμίσεις του ισχύοντος Συνταγματικού Χάρτη της χώρας, οι οποίες έχει αποφασίσει η Βουλή μέσα από τις προβλεπόμενες διαδικασίες από τον ήδη ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη της ελληνικής πολιτείας να αναθεωρηθούν.
Στην αρχή αυτής της ενότητος υπάρχει το περίφημο, θα έλεγα, άρθρο 14 παράγραφος 9 του Συντάγματος, που αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Είναι το άρθρο το οποίο περιγράφεται δημοσιογραφικά εδώ και πολύ καιρό, γιατί έχει προκαλέσει συζητήσεις, γεγονότα, τριβές, ως η ρύθμιση του βασικού μετόχου.
Να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα, γιατί ακούγονται από ορισμένες πλευρές της Βουλής διαφορετικές εκτιμήσεις. Χρειάζεται ή δεν χρειάζεται στο Σύνταγμα μια τέτοια ρύθμιση; Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα. Εάν πιστεύει κάποιος ότι δεν υπάρχει πρόβλημα διαπλοκής στην Ελλάδα, να βγει και να το πει. Να πει ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει πρόβλημα διαπλοκής, άρα δεν χρειάζεται οποιαδήποτε τέτοια ρύθμιση.
Επειδή, όμως, καλώ διαρκώς να υπάρξει μια τέτοια φωνή που να το δηλώσει και καμία τέτοια φωνή δεν παρουσιάζεται, έστω και δια της εις άτοπον απαγωγής, επιβεβαιώνεται αυτό που γνωρίζει και ο πιο απλός Έλληνας πολίτης στην πιο απομεμακρυσμένη περιφέρεια ή επαρχία της ελληνικής επικράτειας. Στην Ελλάδα, λοιπόν, έχουμε πρόβλημα διαπλοκής, το οποίο ρίχνει βαριά τη σκιά του στο δημόσιο βίο και πρέπει να σας πω ότι δημιουργεί πολύ μεγάλες σκιές, θαμπώνει την εικόνα της δημοκρατίας στα μάτια του μέσου πολίτη, του Έλληνα και της Ελληνίδας.
Από τη στιγμή, λοιπόν, που υπάρχει πρόβλημα τέτοιο, χωρίς υπερβολές, χωρίς στοχοποίηση προσώπων και επιχειρηματιών, πρέπει η Κυβέρνηση του τόπου να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί και να προχωρήσει στις πρωτοβουλίες εκείνες που είναι απαραίτητες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό.
Για πολύ καιρό ακούγαμε από διαφορετικές πλευρές του πολιτικού φάσματος και από διαφορετικές πλευρές διαμορφωτών της κοινής γνώμης ότι «τι κάνει η Νέα Δημοκρατία, τι κάνουν οι Κυβερνήσεις;».
Η Νέα Δημοκρατία, λοιπόν, ανέλαβε αυτό το βαρύ φορτίο ως Κυβέρνηση και στα πλαίσια της προταθείσας και προηγηθείσας αναθεώρησης του Συντάγματος, με τη σύμφωνη γνώμη και άλλων πολιτικών δυνάμεων – σας θυμίζω ότι τη σημερινή ρύθμιση δεν την είχε ψηφίσει η Νέα Δημοκρατία μόνο, η σημερινή ρύθμιση του βασικού μετόχου είχε ψηφιστεί από πολλές πτέρυγες της Βουλής – ήρθε να επιχειρήσει να λύσει αυτό το θέμα, να αντιμετωπίσει αυτό το θέμα. Και είναι λάθος αυτά που εγράφησαν στο παρελθόν, ότι η Νέα Δημοκρατία είχε στο μυαλό της κάποιους επιχειρηματίες, τους οποίους είχε στοχοποιήσει, λέει. Είναι λάθος. Είναι ψευδέστατο.
Μιλάμε για ρυθμίσεις που αφορούν την ποιότητα της δημοκρατίας, αφορούν το είδος του πολιτεύματος που θέλουμε. Θέλουμε να ξεκαθαρίσει αυτή η σκιά που πέφτει βαριά πάνω στο πολίτευμα; Δεν γνωρίζουμε ότι υπάρχει αδιαφάνεια και διάχυτη καχυποψία για τον τρόπο που διαμορφώνονται οι σχέσεις στο τρίγωνο ιδιοκτησίας μέσων μαζικής επικοινωνίας, δημοσίου και επιχειρηματιών που αναλαμβάνουν έργα ή έχουν διαδικασία προμηθειών με το Δημόσιο; Δεν το γνωρίζουμε αυτό;
Και δεν είναι μόνο στην Ελλάδα, είναι και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά επιτρέψτε μου να σας πω, επειδή στην Ιταλία προσφάτως ορκίστηκε μια καινούργια Κυβέρνηση, ότι σέβομαι απολύτως ως συνειδητός Έλληνας και Ευρωπαίος την εντολή του ιταλικού λαού και την έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας στην Ιταλία, αλλά εγώ ως Έλληνας αυτά που συμβαίνουν στην Ιταλία δεν θα ήθελα να συμβούν και στην Ελλάδα. Ας μου το καταλογίσετε ως κάτι αρνητικό. Αναλαμβάνω την ευθύνη προσωπικά. Και δεν μιλάω αυτή τη στιγμή ως Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, μιλάω προσωπικά ως μέλος του Εθνικού Κοινοβουλίου.
Λοιπόν, η Νέα Δημοκρατία από τη στιγμή που υπάρχει το πρόβλημα, τόλμησε να το προσεγγίσει, ανέλαβε μια πρωτοβουλία, ανέλαβε το κόστος. Μαζί μας συνετάγησαν και άλλες δυνάμεις της πολιτικής ζωής. Το 14.9, η αλλαγή του υπήρξε προϊόν μιας σύγκλισης και ομοφωνίας διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων της χώρας.
Ε, όταν φτάσαμε στο σημείο «μηδέν», όταν άρχισε η μεγάλη δοκιμασία, ακούστηκαν φωνές αποδοκιμασίας από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Φιάσκο της Κυβέρνησης, ήττα του Καραμανλή! Ποια ήταν η ήττα του Καραμανλή; Ότι η Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποφάσισε αυτά που αποφάσισε. Και είχαμε τις γνωστές εξελίξεις. Και λοιπόν; Είναι η πρώτη χώρα η Ελλάδα που αντιμετωπίζει τέτοιου είδους ζητήματα;
Αυτοί που μας έκαναν κριτική από την πλευρά του ΠΑ.ΣΟ.Κ., έχυναν κροκοδείλια δάκρυα, διότι έκαναν τον νόμο Βενιζέλου, αλλά δεν εφήρμοσαν το νόμο Βενιζέλου. Ή καλύτερα, δεν τόλμησαν να εφαρμόσουν το νόμο Βενιζέλου. Αυτή είναι η αλήθεια. Γιατί είχαν απέναντί τους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους. Αυτή είναι η αλήθεια.
Ικανοποίησαν, λοιπόν, το φιλοθεάμον κοινό της πολιτικής, ικανοποίησαν το πολιτικό τους ακροατήριο, έβγαλαν τους λόγους τους από τους κοινοβουλευτικούς και τηλεοπτικούς άμβωνες, αλλά όταν ήρθε η δύσκολη στιγμή της εφαρμογής έκαναν πίσω. Ανενεργός ο νόμος Βενιζέλου.
Πήγε ο Καραμανλής να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, στην αρχή συνομολόγησαν, μόλις υπήρξε η πρώτη σύγκρουση σήκωσαν τη σημαία της κριτικής. Επονείδιστη η πράξη Καραμανλή. Φιάσκο του Καραμανλή. Ήττα της Νέας Δημοκρατίας.
Ακούστε να δείτε, εμείς δεν είπαμε ποτέ ότι δεν γίνονται λάθη. Αυτός ο οποίος στην πολιτική παράγει έργο, και λάθη θα κάνει και αδυναμίες θα υπάρξουν και παραλείψεις θα υπάρξουν. Αλλά εδώ ο Καραμανλής, η Κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία αναλάβαμε να τραβήξουμε στην ανηφόρα. Αναλάβαμε να λύσουμε το θέμα.
Συγκρουστήκαμε και ερχόμαστε σήμερα να προτείνουμε μία τροποποίηση του 14/9, η οποία είναι μέσα στο γενικότερο κλίμα των επιλογών του πολιτικού κόσμου που αφορούν το ξεκαθάρισμα αυτής της σχέσεως, της αμαρτωλής σχέσεως σε ορισμένες περιπτώσεις, στο τρίγωνο που σας προανέφερα και ζητάμε να στοιχηθεί όλος ο πολιτικός κόσμος δίπλα σε αυτήν τη ρύθμιση, που είναι και λογική και απαραίτητη, για να υπερασπίσουμε τη δημοκρατία, να κατοχυρώσουμε την ποιότητα της δημοκρατίας μας από μία περίεργη σχέση και από μία σκιά, η οποία είναι και ορατή και αντιληπτή και από τον πιο απομεμακρυσμένο από τα κέντρα λήψης αποφάσεων Έλληνα πολίτη. Αυτή είναι, λοιπόν, η κατάσταση. Και μιλάω για απόντες, αλλά εδώ είναι δημόσιο Βήμα, έχουμε δημόσιο λόγο και αντίλογο, ας λείψουν, λοιπόν, οι ειρωνείες για τον Πρωθυπουργό, για τον Υπουργό των Εσωτερικών, τον κ. Παυλόπουλο, από αυτούς που δεν τόλμησαν, όχι να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, να διανοηθούν καν να τα πλησιάσουν. Ας λείψουν οι ειρωνείες από εκείνους, οι οποίοι έκαναν το νόμο Βενιζέλου, τον ψήφισαν, ικανοποίησαν λεκτικά το κομματικό τους ακροατήριο και στη συνέχεια δεν απετόλμησαν να εφαρμόσουν, ούτε την παραμικρή του διάταξη. Και εν πάση περιπτώσει, ας λείψουν οι ειρωνείες και οι κατηγορίες. Εγώ δεν θα μιλήσω για την εποχή του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου, θα μιλήσω για την εποχή του κράτους των εκσυγχρονιστών, όπου υπήρξαν καταστάσεις, γεγονότα και εικόνες στο δημόσιο βίο που ήταν πρωτόγνωρες σε όλα τα χρόνια του ελευθέρου δημοσίου βίου, του νεώτερου ελληνικού κράτους.
Ας τα αφήσουμε, λοιπόν, στην άκρη, ας έρθουμε να ψηφίσουμε αυτήν τη ρύθμιση. Η ρύθμιση αυτή περνά από τις συμπληγάδες με επιτυχία πιστεύουμε και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των θεμάτων ανταγωνισμού και κυρίως δίνει απάντηση σε αυτό που απασχολεί σήμερα τον ελληνικό λαό. Ο χρόνος είναι λίγος, περνάω γρήγορα στο επόμενο άρθρο, στο άρθρο 17, παράγραφος 1 και στην προσθήκη.
Εδώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προτείνουμε στα πλαίσια ενός άρθρου -το άρθρο 17, όπως ξέρουμε, παράγραφος 1 κατοχυρώνει την ανάγκη προστασίας της ιδιοκτησίας- να επεκταθεί και στα θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και βεβαίως να υπάρξει ρητή πρόβλεψη ότι οι διατάξεις του συγκεκριμένου άρθρου 17, παράγραφος 1, θα εφαρμόζονται και στην περίπτωση των απαλλοτριώσεων που κηρύσσονται κατ’ εφαρμογή της πολεοδομικής νομοθεσίας. Τι σημαίνει αυτό; Γνωρίζουμε ότι χιλιάδες συμπολίτες μας ταλανίζονται, διότι ευκαιριακά σκεπτόμενοι πολλοί άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δήμαρχοι, για να ικανοποιήσουν τη δική τους εκλογική πελατεία, πάνε και βάζουν μία ταμπέλα στην ιδιοκτησία του Έλληνα και της Ελληνίδας, την οποία προστατεύει ο καταστατικός χάρτης της ελληνικής πολιτείας και λένε: «Έχει απαλλοτριωθεί». Βάζουν την ταμπέλα, δεσμεύουν την ιδιοκτησία του άλλου, δημιουργούν κεκτημένα με αυθαιρεσία, χωρίς να έχουν κινήσει καμία διαδικασία ή σε πολλές περιπτώσεις, χωρίς να έχουν τα χρήματα για την απαλλοτρίωση. Έχουμε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, καταστρατηγείται ένα βασικό ατομικό δικαίωμα που είναι το ατομικό δικαίωμα στην ιδιοκτησία, σύμφωνα με τα κρατούντα στην ελληνική αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αυτό το πολίτευμα έχουμε, αν ο ελληνικός λαός θέλει να αλλάξει στο μέλλον θα το δούμε, για την ώρα αυτό το πολίτευμα έχουμε. Κατά συνέπεια, προτείνουμε αυτήν τη ρύθμιση, αυτήν την επέκταση, αυτήν την προσθήκη, για να το αντιμετωπίσουμε στην πράξη.
Περνάω στο άρθρο 20. Τα θέματα της παροχής δικαστικής προστασίας βρίσκονται υπό την εγγύηση του ελληνικού συνταγματικού νομοθέτη. Και δικαίως. Ο κάθε πολίτης είναι βασικό στοιχείο του θεσμικού μας πολιτισμού, του νομικού μας πολιτισμού, δικαιούται να έχει μία δίκαιη δίκη και δικαιούται να έχει το φυσικό του δικαστή. Σε κάθε περίπτωση, όμως, για τις αποφάσεις για τις διαδικασίες παροχής δικαστικής προστασίας που αφορούν και θέματα δημοσίου συμφέροντος, εδώ επιμένουμε και τουλάχιστον οι νομικοί εξ υμών που έχουν παρακολουθήσει στον επαγγελματικό και επιστημονικό τους βίο τέτοιου είδους διαδικασίες, να καθιερωθεί η έννοια του ευλόγου χρόνου. Να καθιερωθεί εύλογος χρόνος, ώστε η δικαστική προστασία να μην είναι μόνο στα χαρτιά, να είναι και στην πράξη αποτελεσματική.
Τώρα να περάσουμε στο άρθρο 22 παράγραφος 1.
Με το άρθρο 22 παράγραφος 1 -και πιστεύω ότι είναι κάτι στο οποίο μπορεί και πρέπει να συναντηθούμε- σε ένα Σύνταγμα, το Σύνταγμα του 1975 όπως τροποποιήθηκε με τις διαδοχικές αναθεωρήσεις, το οποίο εκτός από θέματα αστικών δικαιωμάτων, θέματα που αφορούν την ιδιοκτησία, τη σωματική ακεραιότητα του ανθρώπου κ.ο.κ. βασικών ατομικών δικαιωμάτων, ρυθμίζει και βασικά κοινωνικά δικαιώματα και τα εγγυάται, εμείς ερχόμαστε να συνεισφέρουμε ώστε να διευρυνθεί η βάση της κοινωνικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Γιατί πολιτική δημοκρατία έχουμε, όλοι δεχόμαστε ότι υπάρχουν κοινωνικά ελλείμματα. Τα κοινωνικά δικαιώματα πρέπει να τα ενισχύουμε και να τα διευρύνουμε διαρκώς. Ερχόμαστε λοιπόν, και λέμε να προβλεφθεί ρητά η υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την κοινωνική συνοχή.
Στα πλαίσια αυτής της συνταγματικής αιγίδας, της γενικότερης συνταγματικής ρύθμισης, μπορούν και πρέπει μέσω του κοινού νομοθέτη να υπάρξουν και πολιτικές εξειδικευμένες, κοινωνικών παροχών, στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές και γιατί όχι –αυτός είναι και ο στόχος της κυβέρνησης- τη στιγμή που θα το επιτρέψουν τα δημοσιονομικά μεγέθη, να μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε ένα κατώτατο αξιοπρεπές όριο διαβίωσης, εγγυημένο από το κράτος, για τον κάθε Έλληνα και την κάθε Ελληνίδα, μέσα από κριτήρια βεβαίως εισοδηματικά κ.ο.κ, ώστε να μην καταστρατηγείται αυτή η κοινωνική πολιτική και να μπορεί να φθάνει το προϊόν της με στοχευμένη διαδικασία μέσα στο ελληνικό νοικοκυριό που το δικαιούται και το χρειάζεται.
Στο άρθρο 117 παράγραφος 7 υπάρχουν οι μεταβατικές διατάξεις που είναι απαραίτητες.
Έρχομαι τώρα στο άρθρο 28 παράγραφος 3 και μ' αυτό θα κλείσω. Έχει γίνει αρκετός διάλογος στην Επιτροπή. Άκουσα με προσοχή τις απόψεις του Κουμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Εδώ διαφοροποιούνται οι θέσεις των δύο κομμάτων, μην παρεξηγηθώ, αλλά είναι γνωστές οι αντιρρήσεις και οι ενστάσεις τους για θέματα που αφορούν την ενσωμάτωση στην ελληνική εθνική έννομο τάξη κανόνων του ευρωπαϊκού δικαίου. Είναι γνωστές οι ενστάσεις και οι αντιρρήσεις. Αλλά προκύπτει ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού επιθυμεί να ζήσουμε διατηρώντας την ιδιαιτερότητά μας, την διαφορετικότητά μας, τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά μας ,την γλώσσα μας, τον πολιτισμό μας, αλλά επιχειρεί να ζήσουμε δημιουργικά μέσα στην κοινή ευρωπαϊκή μας οικογένεια.
Για να μπορέσουμε λοιπόν, να δώσουμε σε αυτή τη συμβίωση, ουσιαστικότερο περιεχόμενο, για να μπορέσει αυτή η συμβίωση να λειτουργήσει επ’ ωφελεία της κοινής ευρωπαϊκής οικογένειας, αλλά κυρίως επ ‘ωφελεία του ελληνικού λαού, ακριβώς χρειάζεται αυτή η αναδιατύπωση της ερμηνευτικής δήλωσης –μιλάω για το άρθρο 28 παράγραφος 3- κυρίως στο σημείο που αφορά τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των κανόνων του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου. Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας για τη συζητούμενη ενότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πέρα από αυτά που μας χωρίζουν και είναι ορατά και είναι διακριτά, όπως έχω πει πολλές φορές και είναι αυτονόητο, η διαφορετικότητα στις απόψεις, στα πολιτικά πιστεύω είναι ένα από τα ουσιαστικά θεμέλια του δημοκρατικού πολιτικού μας βίου. Θεωρώ ότι και σε αυτή την ενότητα ή εάν θέλετε σε αυτή την ενότητα και όχι μόνο, με την οποία ξεκινούμε τη συζήτηση της προτάσεως αναθεώρησης στην Ολομέλεια της Βουλής, υπάρχουν διατάξεις στις οποίες μπορεί και πρέπει να συμπέσουμε.
Σε κάθε περίπτωση το άρθρο 14 παράγραφος 9 για τη διαφάνεια στο δημόσιο βίο, για την κατοχύρωση του δημοσίου βίου από τα ζητήματα διαπλοκής και βεβαίως στη γενικότερη πρόνοια του Ελληνικού Συντάγματος για τα θέματα κοινωνικής συνοχής, σε θέματα αναθεωρήσεως του Συντάγματος, στα συζητούμενα θέματα, η Βουλή είναι κυρίαρχη. Έχουμε τη δυνατότητα εδώ και τώρα να συνδιαμορφώσουμε ένα Σύνταγμα το οποίο να κατοχυρώνει ατομικές ελευθερίες, να διευρύνει κοινωνικά δικαιώματα και να προσανατολίσει τη χώρα στις μεγάλες προκλήσεις του παρόντος και κυρίως του μέλλοντος.
Ευχαριστώ πολύ.