Ομιλία κατά την Ειδική Συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής, με αφορμή τον εορτασμό της Ευρωπαϊκής Ημέρας της Θάλασσας, αφιερωμένη στη θάλασσα και τη Ναυτιλία.(20 Μαίου 2008)



Νομίζω ότι ορισμένες φορές χρειάζεται να υπογραμμίζουμε το αυτονόητο. Και είναι αυτονόητη η σημασία μιας τέτοιας εκδήλωσης στην Εθνική Αντιπροσωπεία, στο Εθνικό Κοινοβούλιο, μιας χώρας όπως η Ελλάδα, που είναι από την αρχαιότητα ναυτική και αρχιπελαγική χώρα.
Έχει σημασία ότι στη ρίζα αυτής της πρωτοβουλίας, στην εκκίνηση, στην αφετηρία για την καθιέρωση αυτής της μέρας, έχει παίξει επίσης σημαντικό ρόλο μία Ελληνίδα πολιτικός που έχουμε την τιμή να είναι σήμερα παρούσα στη Βουλή, η κυρία Ρόδη Κράτσα.
Ναι, ο Έλληνας και η Ελληνίδα, το Έθνος των Ελλήνων έχουμε μια ιδιαίτερη σχέση με τη θάλασσα, όπως είπα και πριν, από την εποχή της αρχαιότητας μέχρι σήμερα. Είμαστε ναυτικό και αρχιπελαγικό κράτος. Ένα πολύ μεγάλο μέρος του πολιτισμού μας αναπτύχθηκε, βασίστηκε, εδραιώθηκε στη δραστηριότητα γύρω από τη θάλασσα, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Επίσης, νομίζω ότι είναι κοινός τόπος ότι η συμβολή της εμπορικής ναυτιλίας σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, στην ανάπτυξη και στην οικοδόμηση της νεοτέρας Ελλάδας ήταν καθοριστική, μέσω του ναυτιλιακού συναλλάγματος, που συγκροτούσε μαζί με το τουριστικό, αυτό που στα δημοσιονομικά ονομάζουμε αδήλους πόρους. Ισχυρό, λοιπόν, το μέγεθος της συμβολής της θάλασσας, της ναυτιλίας μας, σε όλα τα επίπεδα του δημοσίου βίου, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, αμυντικό, για να έχουμε μια πλήρη εικόνα.
Σήμερα η Ελλάδα, με τις πολλές δυνατότητές της και τις διακριτές και ευανάγνωστες αδυναμίες της, σε έναν τομέα το λιγότερο –μπορεί και σε περισσότερους, μακάρι- είναι παγκόσμια δύναμη. Είμαστε υπερδύναμη παγκοσμίως, είτε στον ελληνικών συμφερόντων, στον ελληνόκτητο, είτε αθροιζόμενο στον υπό ελληνική σημασία εμπορικό στόλο. Αυτή είναι η αλήθεια. Πολλές φορές είναι να δυσπιστεί κανείς αν το έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό ως κοινωνία, ως δημόσιος βίος, ως πολιτικός κόσμος της χώρας, γιατί ο ελληνικός λαός, η κοινή γνώμη, με την απλή προσέγγιση της καθημερινότητας, νομίζω ότι το έχουν κάνει κτήμα τους και συνείδησή τους.
Η αλήθεια είναι ότι στο παρελθόν οι σχέσεις του πολιτικού προσωπικού της χώρας, οι σχέσεις του πολιτικού συστήματος της χώρας, αλλά και η εικόνα που υπήρχε στην κοινή γνώμη, η δημόσια εικόνα για τη ναυτιλία, πέρασαν από χίλια μύρια κύματα, εξαιτίας ιδεοληψιών και ιδεολογικών αγκυλώσεων και προκαταλήψεων που πλήρωσε ακριβά η χώρα. Για πολλές δεκαετίες, στα πλαίσια αυτών των ιδεολογικών αγκυλώσεων και προκαταλήψεων, ακούγαμε από ορισμένες πλευρές του πολιτικού φάσματος να μας κανοναρχούν με την αντίληψη ότι ένα μέρος της ναυτιλίας είναι αρπαχτικό, οι πειρατές, οι ληστές.
Αυτά ακούγαμε. Έχουν ακουστεί, έχουν γραφτεί. Και αυτά τα πλήρωσε ο τόπος, γιατί θα μπορούσε πολύ νωρίτερα ο Πειραιάς να είναι –όπως είναι σήμερα- η πρωτεύουσα της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας και θα μπορούσαμε να έχουμε αναδείξει πολύ νωρίτερα το μέγα συγκριτικό διεθνές πλεονέκτημα της χώρας μας. Να είναι η παγκόσμια υπερδύναμη στο πεδίο της εμπορικής ναυτιλίας.
Σήμερα, ευτυχώς, ξεπεράστηκαν –με κόστος- αυτού του είδους οι προκαταλήψεις. Και χαίρομαι γιατί ο συνάδελφος Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και διατελέσας –επί διετία, νομίζω- Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, ο κ. Παπουτσής, με την ομιλία του έδειξε ότι οι νέοι προσανατολισμοί, μετά τις παιδικές ιδεολογικές ασθένειες του ΠΑ.ΣΟ.Κ., είναι σύγχρονοι, δυναμικοί, παραγωγικοί για τον τόπο.
Είμαστε υπερδύναμη στην Εμπορική Ναυτιλία και πρέπει να το δείξουμε, να το διεκδικήσουμε. Πρέπει να το αναδείξουμε καθημερινά με την πράξη μας και με τις επιλογές μας. Σήμερα υπολογίζεται ότι το 25% με 30% του παγκοσμίου δυναμικού της εμπορικής ναυτιλίας έχει την έδρα του στον Πειραιά. Ανάμεσά μας είναι παράγοντες της ναυτικής οικογένειας, όπως ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, ο Πρόεδρος του Ναυτικού Επιμελητηρίου.
Φαντάζομαι ότι θα είναι επίσης και εκπρόσωποι της ναυτεργατικής οικογένειας που έχει δώσει πολλά στον τόπο και χωρίς την οποία, βεβαίως, δεν θα μπορούσε να είναι η ελληνική ναυτιλία αυτό που είναι σήμερα, διότι οι ναυτεργάτες μας, μάστοροι της θάλασσας, πρωτομάστοροι της θάλασσας διεθνώς, ήταν μαζί με τους Έλληνες επιχειρηματίες η σπονδυλική στήλη πάνω στην οποία διαμορφώθηκε και οικοδομήθηκε η διεθνής υπεροχή της Ελλάδας και του στόλου ελληνικών συμφερόντων στην εμπορική ναυτιλία σήμερα.
Νομίζω, λοιπόν, ότι έχοντας ξεπεράσει αυτές τις ιδεολογικές αγκυλώσεις και τις ιδεοληψίες του χθες –που ξέρετε από πού προήλθαν και πόσο ταλαιπώρησαν τον τόπο- μπορούμε πραγματικά αυτό το πλεονέκτημα να το αναδείξουμε ακόμα περισσότερο. Πόσο μάλλον που η συγκυρία είναι εξαιρετικά ευμενής. Υπολογίζεται ότι η πρωτογενής συσσώρευση κεφαλαίου που επιτυγχάνεται τα τελευταία χρόνια στη ναυτιλία –και στον παρόντα χρόνο, αλλά τουλάχιστον την τελευταία πενταετία- είναι η μεγαλύτερη που έχει επιτευχθεί στην παγκόσμια εμπορική ναυτιλία από καταβολής αυτής της συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Είναι ευκαιρία, λοιπόν, να επωφεληθεί και ο τόπος, να επωφεληθεί και η ελληνική κοινωνία, να επωφεληθούν και οι Έλληνες και οι Ελληνίδες εργαζόμενοι. Πώς; Κοιτάξτε, ακούω ορισμένες φωνές που λένε «φορολογήστε τον εφοπλισμό» ή «γιατί ο εφοπλισμός υπόκειται σε ειδικές ρυθμίσεις, σε ειδικό φορολογικό καθεστώς;». Αυτό γίνεται γιατί ο εφοπλισμός έχει τη δική του ιδιαιτερότητα, γιατί όταν ένα μέρος των επιχειρηματιών της στεριάς –εγώ δεν μιλάω για την ελληνική επιχειρηματική τάξη που έχει λαμπρά δείγματα προσφοράς στον τόπο, στην οικονομία και στην κοινωνία, αλλά για ένα μέρος των επιχειρηματιών- που υπήρξε κρατικοδίαιτο, δανειοδίαιτο, κομπραδόρικο, μεταπρατικό και «έβαζαν μέσα» τον τόπο με δάνεια τα οποία έπαιρναν και δεν γύριζαν ποτέ, καθώς η ναυτιλία υπήγετο, υπάγεται και θα εξακολουθήσει να υπάγεται στους νόμους του διεθνούς ανταγωνισμού, δεν έπαιρνε κατά κανόνα από τον τόπο, αλλά έδινε στον τόπο.
Και μπορεί να δώσει στον τόπο πολύ περισσότερα η ελληνόκτητη ή ελληνικής σημαίας ναυτιλία, εάν αποφασίσουμε εμείς ως πολιτική τάξη να συνεργαστούμε μαζί τους, να βάλουμε πλαίσια, να βάλουμε κανόνες, να τους ζητήσουμε να αναδείξουμε μαζί επενδυτικές ευκαιρίες και να επιδιώξουμε –γιατί όχι, αυτό πρέπει να είναι το επιδιωκόμενο- να τους φέρουμε εδώ τώρα που υπάρχει η κρίση, όπως σωστά είπε ο κ. Παπουτσής, στις σχέσεις του committee στο Λονδίνο με το βρετανικό δημόσιο. Μετά την έκτακτη φορολόγηση που επέβαλε ή προτίθεται να επιβάλει η βρετανική κυβέρνηση, μπορούμε γενναία να προχωρήσουμε και να ενισχύσουμε το ρόλο του Πειραιά ως διεθνούς πρωτεύουσας του παγκόσμιου εμπορικού στόλου.
Ταυτόχρονα, μπορούμε να εκπονήσουμε από κοινού με τους φορείς που εκπροσωπούν τη ναυτική οικογένεια -ναυτεργάτες και επιχειρηματίες- σχέδια συμμετοχής και επιχειρηματικής σύμπραξης του εφοπλιστικού κεφαλαίου στη χώρα μας. Ένα μέρος των πλούσιων κερδών που τους απέφερε και τους αποφέρει αυτή η «άνοιξη» στο χώρο της Εμπορικής Ναυτιλίας, νομίζω ότι και οι ίδιοι θα ήθελαν να το δουν να επενδύεται στην Ελλάδα, να δημιουργεί νέες επενδύσεις, να δημιουργεί νέες ευκαιρίες απασχόλησης, να δημιουργεί εθνικό πλούτο εδώ στη χώρα μας, στη χώρα τους επ’ ωφελεία του κοινωνικού συνόλου και σε τελευταία ανάλυση, επ’ ωφελεία του αδύναμου οικονομικά, του μη εύρωστου οικονομικά Έλληνα, της μη εύρωστης οικονομικά ελληνικής οικογένειας.
Όλα αυτά, λοιπόν, μπορεί και πρέπει να γίνουν. Μπορεί και πρέπει να γίνουν εδώ και τώρα. Θεωρώ ότι ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής έχει δείξει επανειλημμένως τη βούληση, αλλά και το σωστό σχεδιασμό της Κυβέρνησης προς αυτή την κατεύθυνση.
Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας υπό το συνάδελφο και φίλο Γιώργο Βουλγαράκη και τον Υφυπουργό Πάνο Καμμένο κινούνται επίσης προς τη σωστή κατεύθυνση. Άρα, αναμένουμε όλοι στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να δούμε τα πρώτα σχέδια να «περπατάνε» και τους πρώτους καρπούς να δρέπονται, να αποδίδουν αυτού του είδους οι πρωτοβουλίες. Βεβαίως, υπάρχει αρκετός δρόμος ακόμα να διανύσουμε.
Ξέρω, κύριε Ευθυμίου, ότι εσείς προσωπικά –επειδή τυχαίνει να γνωριζόμαστε χρόνια- έχετε μέτρο ευθύνης προς τον τόπο ως κορυφαίος συνδικαλιστικός εκπρόσωπος του κλάδου των επιχειρηματιών, αλλά χρειάζεται να δουλέψετε και εσείς προς τα μέσα, για να αντιληφθούν όλα τα μέλη της Ενώσεώς σας -και μάλιστα, τα ιδιαιτέρως ισχυρά σε παγκόσμια κλίμακα- ότι μόνιμο στοιχείο στην προσωπική αναφορά, στη βιωματική αναφορά του καθενός και της καθεμιάς ήταν, είναι και θα παραμείνει η σχέση τους με την Ελλάδα, η σχέση τους με την πατρίδα.
Μπορεί να έχετε διαπρέψει –και μπράβο σας!- διεθνώς μέσα από τις συμπληγάδες του διεθνούς ανταγωνισμού, αλλά είναι αυτός ο τόπος που σας ανέδειξε ως φορείς της μακράς ναυτιλιακής παράδοσης, είναι αυτός ο τόπος που σας έδωσε τα προσόντα και τα κίνητρα για να αποκτήσετε τη ναυτοσύνη του σήμερα και του αύριο, είναι αυτός ο τόπος που αποτέλεσε την κοιτίδα της μεγάλης προσωπικής επιχειρηματικής σας επιτυχίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πολλά πράγματα ακόμα που μπορεί και πρέπει να γίνουν. Είναι σαφές ότι πρέπει να κάνουμε πολλά για την αναβάθμιση της ναυτικής εκπαίδευσης. Δεν είναι δυνατόν σε μία εποχή όπου μαστίζεται η νεολαία μας από την ανεργία να μην μπορούν να αντιληφθούν οι νέοι ή να μην μπορούμε καλύτερα εμείς να δώσουμε στους νέους να αντιληφθούν –είναι δική μας η ευθύνη- ότι το ναυτικό επάγγελμα παρέχει εξαιρετικές ευκαιρίες σε ένα νέο άνθρωπο, στον άνδρα και τη γυναίκα πια, να φτιάξει καριέρα, να γνωρίσει και να αποκτήσει ευρύτητα γνώσεων και εμπειριών, να βγάλει χρήματα, να αναδειχθεί στη ζωή του, να αποκτήσει ένα αξιοπρεπές επάγγελμα, να οικοδομήσει μία σύγχρονη οικογένεια, χωρίς οικονομικές αδυναμίες.
Πρέπει να κάνουμε πολλά πράγματα ακόμα στον τομέα της ναυτικής εκπαίδευσης. Οι ναυτικές σπουδές στην Ελλάδα -ακριβώς επειδή η Ελλάδα είναι η παγκόσμια υπερδύναμη στην εμπορική ναυτιλία- πρέπει να αποτελούν ξεχωριστό γεγονός. Πρέπει να βρούμε τρόπο να το θεσμοθετήσουμε και να το επιβάλουμε. Η φοίτηση και η αποφοίτηση σ’ αυτές τις σχολές πρέπει να είναι σε θέση να εφοδιάζει αυτόν που σπούδασε εκεί με όλες τις σύγχρονες γνώσεις που απαιτεί η άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος που δεν έχει πια σχέση τόσο με την εμπειρία και την προσωπική ικανότητα όσο με ιδιαίτερα προχωρημένες γνώσεις σε θέματα τεχνολογίας.
Και η αποφοίτηση, όμως, από αυτές τις σχολές πρέπει να αποτελεί ξεχωριστό γεγονός για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία με ό,τι επιβάλλει το πρωτόκολλο, με ό,τι επιβάλλει το τελετουργικό σε τέτοιου είδους διαδικασίες. Διότι πολιτική δεν είναι μόνο η διαχείριση των προβλημάτων, αλλά και η διαχείριση των συμβόλων. Και η Εμπορική Ναυτιλία για την Ελλάδα είναι ύψιστο εθνικό σύμβολο διεθνώς.
Άκουσα με πολλή προσοχή τις προτάσεις του κυρίου Παπουτσή. Θα σας πω, αξιότιμε κοινοβουλευτικέ εκπρόσωπε του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ότι στο 99% είμαστε σύμφωνοι.
Και πρέπει να σας πω ότι η ηγεσία της Κυβέρνησης, η ηγεσία του Κόμματος, όπως θα ακούσουμε σε λίγο, και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας έχουν πλήρη επίγνωση και αυτών των προτεραιοτήτων και αυτών των αναγκών.
Αντιμετωπίζουμε σήμερα μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την Ελλάδα του 21ου αιώνα. Αποτελεί εξαιρετική τύχη για τον τόπο και για το πολιτικό σύστημα. Όπως είπα και πριν, στη ναυτιλία έχουμε τη μεγαλύτερη συσσώρευση πλούτου από την εποχή που δημιουργήθηκε ως επάγγελμα και ως επιχειρηματική δραστηριότητα.
Στους κόλπους των επιχειρηματιών υπάρχουν πολλοί πατριώτες. Οι περισσότεροι. Η ναυτεργατική οικογένεια έχει δείξει την αφοσίωσή της και είναι δεδομένη η προσφορά της προς τον τόπο. Εναπόκειται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στο πολιτικό σύστημα να αξιοποιήσουμε αυτήν την κατάσταση για το συμφέρον του τόπου και της ελληνικής κοινωνίας.
Ευχαριστώ πολύ.