Ομιλία επί της προτάσεως της αντιπολιτεύσεως για την διεξαγωγή Δημοψηφίσματος για την «Κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένες συναφείς πράξεις».(17 Ιουνίου 2008)
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από την πρόοδο της συζήτησης που ξεκίνησε τις πρώτες απογευματινές ώρες, καθίσταται σαφές -το αναμενόμενο δηλαδή- ότι δεν θα ευτυχήσει η σημερινή πρόταση των Κομμάτων της Μείζονος και της Ελάσσονος Αντιπολίτευσης για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για τα θέματα της κύρωσης της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης της Λισσαβώνας, γιατί οι οικείες διατάξεις του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής απαιτούν ειδική πλειοψηφία η οποία δεν συμπληρώνεται.
Ωστόσο, αυτή η πρωτοβουλία, κατά το «ουδέν κακόν αμιγές καλού», μας δίνει τη δυνατότητα να συζητήσουμε περισσότερο για το κοινό ευρωπαϊκό μας παρόν και για το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον. Και είναι βέβαιο ότι στην πορεία της χώρας τους επόμενους μήνες, μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2009, στη λήξη του οποίου θα διενεργηθούν οι Ευρωεκλογές, θα μας δώσει την ευκαιρία να συζητήσουμε και πάλι, και πάλι, και πάλι, για τα μείζονα θέματα της πολιτικής πορείας των ευρωπαϊκών λαών, για τις προκλήσεις που είναι μεγάλες, για τα προβλήματα που είναι τεράστια, για τα αιτήματα τα οποία είναι σε εκκρεμότητα, δηλαδή για ζητήματα τα οποία θα λυθούν όλα μέσα στα πλαίσια της Ευρώπης, γιατί έξω από τα πλαίσια της Ευρώπης, δεν υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό.
Ακούω κυρίως από τους συναδέλφους της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά και από τους συναδέλφους των Κομμάτων της Ελάσσονος Αντιπολίτευσης, μία ρητορική υπέρ της άμεσης δημοκρατίας. Σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική, η απόλυτη πολιτική και ηθική νομιμοποίηση των δημοκρατικών διαδικασιών επέρχεται μέσω των δημοψηφισμάτων.
Με βάση το πολίτευμα το οποίο επικρατεί στην Ελλάδα, το πολίτευμα της αστικής κοινοβουλευτικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, το τεκμήριο της αρμοδιότητας και της δημοκρατικής νομιμότητας δεν ανήκει στα δημοψηφίσματα κυρίως, αλλά ανήκει στο λαό. Ο θεσμός του δημοψηφίσματος στην ελληνική συνταγματική και πολιτειακή τάξη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι –αυτό είναι το Σύνταγμά μας και αν δεν μας αρέσει, ας το αλλάξουμε, αλλά για την ώρα αυτό είναι το Σύνταγμα της ελληνικής δημοκρατικής πολιτείας- προβλέπει επικουρικά το θεσμό του δημοψηφίσματος. Επικουρικά! Ο μηχανισμός της δημοκρατίας, η διαδικασία της δημοκρατικής νομιμότητας και νομιμοποίησης, προβλέπει το σύστημα της αντιπροσωπευτικότητας, το οποίο κατοχυρώνεται μέσω των εκλογών δια της εκλογής των τριακοσίων αντιπροσώπων και εντολοδόχων του εντολέως που είναι ο ελληνικός λαός.
Αυτό λέει η ελληνική συνταγματική και πολιτειακή τάξη. Εάν στους συναδέλφους του ΠΑ.ΣΟ.Κ., εάν στους συναδέλφους της Ελάσσονος Αντιπολίτευσης αυτό δεν αρέσει, ας ξεκινήσουν νέες διαδικασίες αλλαγής του ελληνικού Συντάγματος. Όμως, η ελληνική πολιτειακή και συνταγματική τάξη αυτό περιλαμβάνει μέχρι σήμερα.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι η Βουλή των Ελλήνων, όλοι μας, έχουμε αυξημένη πολιτική νομιμοποίηση στα πλαίσια της ελληνικής συνταγματικής τάξης, για να ενεργούμε κατ’ εντολήν και στο όνομα του ελληνικού λαού –άλλωστε, αυτόν τον όρκο δίνουμε κατά την ανάληψη των καθηκόντων μας- και να αποφασίζουμε σε σχέση με τα ζητήματα που αναθέτει στην Ολομέλεια της Βουλής κυρίαρχο νομοθετικό όργανο προς απόφαση το ελληνικό Σύνταγμα.
Σ’ αυτά τα πλαίσια των καθηκόντων που μας ανατίθενται είναι και η κύρωση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης, η κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας.
Ορθώς, λοιπόν, η Νέα Δημοκρατία, ορθώς το ΠΑ.ΣΟ.Κ., λανθασμένα –θα μου επιτρέψετε να πω με πολύ μεγάλο σεβασμό στο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, στο ΛΑ.Ο.Σ.- τα κόμματα της ελάσσονος Αντιπολίτευσης, σωστά το κυβερνόν κόμμα, σωστά το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ψήφισαν στο Κοινοβούλιο για να κυρώσουν με την ψήφο των Βουλευτών με ευρεία πλειοψηφία τη Συνθήκη της Λισσαβώνας.
Έτσι, λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες στην Ιρλανδία, οι κάλπες που έδωσαν ένα αιρετικό αποτέλεσμα –και θα αναφερθώ σ’ αυτό- ήρθε ο ελληνικός λαός να στείλει ένα μήνυμα στις τέσσερις άκρες της ευρωπαϊκής ηπείρου και να πει ότι η Ελλάδα, χώρα του κρίσιμου, του σκληρού, του αρχικού πυρήνα, χώρα της παλαιάς Ευρώπης, όπως λέγεται σήμερα, χώρα που πρωταγωνίστησε στο να προχωρήσει η Ευρώπη των δεκαπέντε μπροστά, επιμένει στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία. Η Ελλάδα συμμερίζεται τα κοινά ευρωπαϊκά οράματα, η Ελλάδα σ’ αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι της Ευρώπης μπαίνει πάλι μπροστά, επιβεβαιώνει στην πράξη ότι είναι χώρα του σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα που προωθεί την ευρωπαϊκή ενοποίηση και ολοκλήρωση και στέλνει το μήνυμα ότι είμαστε εδώ, παλεύουμε για την Ευρώπη, δίνουμε τον αγώνα μέσα στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας για να αλλάξουμε τα πράγματα προς το καλύτερο.
Θα μου επιτρέψετε να σας πω με βαθύτατο σεβασμό σε όσους προτείνουν το δημοψήφισμα ότι δεν μπορώ να καταλάβω αυτή την επαμφοτερίζουσα, την αμφιρρέπουσα στάση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Φοβάμαι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ότι και εσείς στο βάθος της σκέψης σας και της συνείδησής σας δεν μπορείτε να εξηγήσετε εύκολα αυτές τις κινήσεις τακτικής, αυτούς τους εύκολους τακτικισμούς, αυτά τα κοινοβουλευτικά και πολιτικά μικροπολιτικά πυροτεχνήματα της ηγεσίας σας.
Στο κάτω-κάτω, η συνεχής επίκληση των δημοψηφισμάτων κινδυνεύει να καθιερώσει στην πολιτική ζωή της Ελλάδος έναν ιδιότυπο πολιτικό ποπουλισμό, έναν ιδιότυπο πολιτικό λαϊκισμό.
Και για να πούμε τα πράγματα πιο πρακτικά και πιο ουσιαστικά, πόσα δημοψηφίσματα έκανε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στη διάρκεια της εικοσαετούς διακυβέρνησης του τόπου από το κόμμα του οποίου ηγείται σήμερα ο Γιώργος Παπανδρέου; Πόσα δημοψηφίσματα επέλεξε να κάνει σε κρίσιμους τομείς του εθνικού και πολιτικού μας βίου ένας μεγάλος πολιτικός, ο ιδρυτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ο Ανδρέας Παπανδρέου; Πόσα δημοψηφίσματα σε κρίσιμες καμπές του εθνικού, πολιτικού και κοινωνικού μας βίου επέλεξαν να κάνουν οι υπόλοιποι αρχηγοί του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όταν το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ασκούσε τη διακυβέρνηση του τόπου;
Το να καταφεύγουμε σε τέτοιου είδους διαδικασίες αποτελεί ίσως την καλύτερη «λύση» -σε εισαγωγικά- για να μην αναλαμβάνουν οι πολιτικές ηγεσίες όλων των χώρων τις ευθύνες που τους αναλογούν. Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής και πρέπει να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας.
Το πού μπορεί να οδηγήσει η λογική των δημοψηφισμάτων το είδαμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στα όσα έγιναν στην Ολλανδία, στη Γαλλία πριν από λίγο καιρό και βεβαίως στην Ιρλανδία πολύ πρόσφατα.
Επειδή έτυχε να παρακολουθήσω τον εσωτερικό διάλογο και αντίλογο στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία, σας διαβεβαιώ ότι η ιρλανδική κοινή γνώμη και τα ιρλανδικά μέσα μαζικής επικοινωνίας και ο πολιτικός κόσμος της Ιρλανδίας συζήτησαν πολύ λιγότερο για το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης και πολύ περισσότερο για τα εσωτερικά ζητήματα της Ιρλανδίας, τα οποία είδαμε να επενδύονται πολιτικά στο «ναι» ή στο «όχι» στη Συνθήκη της Λισσαβώνας.
Οκτακόσιες εξήντα δύο χιλιάδες Ιρλανδοί πολίτες, λοιπόν, έφθασαν να ψηφίσουν σε βάρος της Συνθήκης και να δημιουργήσουν πρόβλημα σε πεντακόσια εκατομμύρια συμπολίτες τους ευρωπαίους, κοιτάζοντας όχι προς το κοινό μέλλον της Ευρώπης και τα προβλήματα που ανακύπτουν σ’ αυτή την κοινή μας πορεία, αλλά κοιτάζοντας σε εσωτερικές πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες της Ιρλανδίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η κοινή ευρωπαϊκή οικογένεια βρίσκεται μπροστά σε τεράστιες πολιτικές, ιστορικές προκλήσεις.
Μία πρόκληση αφορά τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της Ευρώπης, το αν θα αναδειχθεί αυτόνομος πόλος δίπλα στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανάμεσα σε μια Ρωσία που αποκτά πάλι μια δυναμικής μιας σημαντικής διεθνούς υπερδύναμης.
Δεύτερο αίτημα και δεύτερη πρόκληση είναι το πώς θα ανταποκριθεί η Ευρώπη του σήμερα και του αύριο στη κρίση της ενέργειας, στη χρηματοπιστωτική κρίση και στη κρίση των αγορών, στη διατροφική κρίση που μαστίζει σήμερα τον κόσμο μας.
Η τρίτη και η τέταρτη πρόκληση αφορά το θεσμικό και πολιτικό έλλειμμα και το κοινωνικό έλλειμμα που παρατηρείται στην Ευρώπη και συνολικά στον κόσμο μας. Την αντιμετώπιση της πρόκλησης που συγκροτεί ο κίνδυνος της νέας φτώχιας, ένας κίνδυνος που κρούει τη θύρα και των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Τη μάχη είμαστε υποχρεωμένοι να την δώσουμε μέσα στην Ευρώπη, μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Έξω από την Ευρώπη δεν έχει μέλλον η Ελλάδα. Θα δώσουμε τη μάχη και θα είναι σκληρή, για να διατηρήσουμε το ωράριο εργασίας σε εβδομαδιαία βάση, για να μην περάσει η νεοφιλελεύθερη καταιγίδα που έχει εξαπολυθεί από τις αγγλοσαξονικές χώρες, με πρωταγωνίστρια την Μεγάλη Βρετανία, για να μπορέσουμε να διευρύνουμε τις θεσμικές προσβάσεις των πολιτών στα όργανα λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να έχουμε μια Ευρώπη πιο δημοκρατική, πιο πολυφωνική, να έχουμε μια Ευρώπη των λαών και των εθνών, μια Ευρώπη των εργαζομένων.
Αυτά, όμως, απαιτούν υπεύθυνη στάση, υπεύθυνες ηγεσίες, υπεύθυνες επιλογές. Και η διαδικασία στην οποία μας οδηγεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τα κόμματα της ελάσσονος Αντιπολίτευσης θεωρώ ότι την κοινή μας προσπάθεια την πάει πίσω, ούτε καν σε βήμα σημειωτόν. Γι’ αυτό εισηγούμαι σε όλους σας να καταψηφίσουμε την πρόταση αυτή.
Ευχαριστώ πολύ.