Ομιλία κατα την συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του Σ/Ν του Υπουργείου Εσωτερικών «Πολιτιστικό Κέντρο Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις».(16 Ιουλίου 2008)
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Το συζητούμενο νομοσχέδιο εκτός των άλλων, μας προσφέρει την ευκαιρία να δούμε ποιες είναι οι επιλογές τακτικής, αντιπολιτευτικής τακτικής, που κάνει η σημερινή ηγεσία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. απέναντι στην Κυβέρνηση. Είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο δεν στερείται ασφαλώς σοβαρότητας, αλλά δεν θα έλεγα ότι είναι και ο ακρογωνιαίος λίθος, ας πούμε, της κυβερνητικής πολιτικής για τα θέματα της αστυνόμευσης και της ασφάλειας.
Ενώ, λοιπόν, θα περίμενε κανείς μία πιο συναινετική προσέγγιση, παρακολουθώ τη συζήτηση από το κλειστό κύκλωμα της τηλεόρασης μπαινοβγαίνοντας στην Αίθουσα από την αρχή της συνεδρίασης και θα έλεγα ότι τα όσα έχουν ακουστεί σ’ αυτή την Αίθουσα είναι το λιγότερο πρωτοφανή.
Θεωρώ ότι η στάση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κυρίως αλλά και άλλων κομμάτων της Αντιπολίτευσης, εν προκειμένω της ελάσσονος αντιπολίτευσης, απέναντι στο νομοσχέδιο αποτελεί μνημείο πολιτικής καχυποψίας, μνημείο συνωμοτικής αντίληψης για τα όσα γίνονται ή δεν γίνονται στο χώρο της πολιτικής.
Τι ακούστηκε; Και τι δεν ακούστηκε από συναδέλφους που έλαβαν το λόγο προηγουμένως και προέρχονται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Τι σκοπό έχει να κάνει ο κ. Παυλόπουλος; Γιατί λέει κατασκευάζει ελικοδρόμιο; Γιατί προβλέπεται ελικοδρόμιο; Γιατί θα είναι το κτήριο τόσο ψηλό; Τι θα το κάνει αυτό το ψηλό κτήριο εν προκειμένω η Ελληνική Αστυνομία; Δεν είναι μόνο περιβαλλοντικές ανησυχίες, στις οποίες θα έρθω στη συνέχεια. Είναι και ανησυχίες, οι οποίες θυμίζουν τη δεκαετία του ’50 λες και η χώρα μόλις έχει βγει από μία αιμάσσουσα περίοδο λες και η χώρα έχει βγει μόλις από έναν εμφύλιο πόλεμο. Τι θα το κάνει ο Παυλόπουλος το ελικοδρόμιο; Τι θα το κάνει το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως τόσο ψηλό κτήριο, αν θα έχει υπόγεια, τι συντελεστή θα έχει κ.ο.κ.;
Θεωρώ ότι η καχυποψία αυτή είναι αδικαιολόγητη και αλίμονο αν εμφανίζεται η Αντιπολίτευση τόσο καχύποπτη σε ένα νομοθέτημα του οποίου η ανάγνωση επιτρέψτε μου να πω είναι ευθεία και σε ό,τι αφορά το νομοθετείν στο συγκεκριμένο νομοθέτημα δεν έχει και πολύ βάθος. Είναι ευθεία η ανάγνωση, δεν έχει δεύτερη ούτε τρίτη ανάγνωση. Όπως σας είπα δεν λύνεται εδώ το θεσμικό πρόβλημα της Αστυνομίας τα θεσμικά ζητήματα οι σχέσεις της με τον πολίτη, τα ζητήματα δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας τάξης. Όχι δεν φιλοδοξεί το νομοσχέδιο να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους ζητήματα. Αφορά σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα και ξαφνικά βλέπουμε να διευρύνεται η συζήτηση και να διατυπώνονται υποψίες να περιγράφονται σκιές να γίνονται αναφορές, οι οποίες δεν θα έλεγα ότι αγγίζουν και περνούν τα όρια του πολιτικού και του αντιπολιτευτικού μαξιμαλισμού. Θα έλεγα ότι εκθέτουν αυτούς που τις διατυπώνουν.
Σε ό,τι αφορά τα περιβαλλοντικά, άκουσα πριν από λίγο τον Υπουργό. Και εγώ είμαι Βουλευτής του Λεκανοπεδίου και σας διαβεβαιώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι και εμείς οι Βουλευτές του Λεκανοπεδίου εν προκειμένω της Β΄ Περιφέρειας της Αθήνας δεν υστερούμε σε ευαισθησία για τα θέματα του περιβάλλοντος και δεν υστερούμε, αν θέλετε, και σε ένταση των αιτημάτων που εκφράζουν μέσω ημών οι συμπολίτες μας ψηφοφόροι από τις διαφορετικές περιοχές και τις γειτονιές του Λεκανοπεδίου για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Άρα, δεν μονοπωλεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ., ούτε η Αριστερά το ενδιαφέρον για τα περιβαλλοντικά θέματα του Λεκανοπεδίου σ’ αυτήν την Αίθουσα. Και εν πάση περιπτώσει απόλυτα ενδεικτικό της αξιοπιστίας του πολιτικού λόγου του καθενός, όπως εκφέρεται και εκφράζεται σ’ αυτήν την Αίθουσα είναι αυτά που έχει κάνει ο καθένας μας, όταν ασκούσε τη διακυβέρνηση του τόπου. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είχε επί είκοσι χρόνια την ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου, μπορούσε να δώσει δείγμα γραφής για το πώς εννοεί τη διευθέτηση των μεγάλων όντως υπαρκτών περιβαλλοντικών προβλημάτων του Λεκανοπεδίου, έδωσε εξετάσεις και απέτυχε. Απέτυχε μετά πολλού θορύβου, απέτυχε παταγωδώς, αλλά απέτυχε.
Νομίζω ότι ο Υπουργός έδωσε τις σταθερές εκείνες και τις εγγυήσεις για το πώς σκέπτεται η Κυβέρνηση να αντιμετωπίσει ζητήματα, που αφορούν το περιβάλλον και οδηγούν στη διατύπωση ενστάσεων ή και ερωτημάτων από την πλευρά της Αντιπολίτευσης. Δεν υπάρχει καμία ανησυχία, κανένας φόβος, τα ζητήματα αυτά θα αντιμετωπιστούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε και το έργο να γίνει και το έργο να είναι ένα έργο καλαισθησίας και υψηλής αισθητικής και να εκπληρώνει την αποστολή του, αλλά ταυτόχρονα να υπάρξει πλήρης σεβασμός προς τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος εδώ στο Λεκανοπέδιο. Και εγώ θα παραδεχθώ ότι οι συνθήκες της καθημερινότητας στο Λεκανοπέδιο είναι εξαιρετικά επιβαρυμένες το γνωρίζει η Κυβέρνηση και να είστε βέβαιοι ότι και οι εγγυήσεις θα υπάρξουν, αλλά και στην πράξη θα λειτουργήσουν όλες οι προστατευτικές ρήτρες στα θέματα περιβάλλοντος για να έχουμε πλήρη σεβασμό και πλήρη εναρμόνιση.
Τώρα στο πολιτικό επίπεδο του θέματος. Ακούστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Η Ελληνική Αστυνομία είναι κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Και η ελληνική κοινωνία για να πάω στο πιο πρόσφατο ιστορικό παρελθόν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά πέρασε από χίλια μύρια κύματα. Περάσαμε από την οδυνηρή εμπειρία ενός αιματηρού από τους πιο αιματηρούς στην ιστορία της Ευρώπης στην νεοτέρα και νεοτάτη ιστορία της Ευρώπης εμφυλίους πολέμους.
Πέρασαν δεκαετίες από τότε και είδαμε όλοι τα λάθη μας. Ήταν κομμάτια του ελληνικού λαού, παιδιά του ελληνικού λαού αυτοί που πολέμησαν και από τη μια πλευρά, αυτοί που πολέμησαν και από την άλλη πλευρά. Το λέω, γιατί τυγχάνει να συμβαίνει και στην οικογένειά μου . Είμαι παιδί ανθρώπου, ο οποίος πολέμησε ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός σε όλες τις επιχειρήσεις του Εμφυλίου. Τα νοιώσαμε, τα υποστήκαμε. Η μετεμφυλιακή περίοδος ήταν εξίσου οδυνηρή με την αιμάσσουσα περίοδο του Εμφυλίου. Βγάλαμε τα συμπεράσματά μας και κάποια στιγμή οφείλουμε να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων, χωρίς εκπτώσεις και χωρίς κομματικές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες και πονηρίες και να αποφασίσουμε να αποτίσουμε φόρο τιμής σε όλους εκείνους που έπεσαν σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο, σε όλους ανεξαιρέτως, και να έχουμε το θάρρος να το κάνουμε και οι μεν και οι δε. Γιατί εκείνοι οι διαχωρισμοί, τους οποίους πληρώσαμε, έχουν καταρρεύσει, έχουν τελειώσει και έχουμε τη δυνατότητα και την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε κατάματα την ιστορία, με τα σφάλματά μας, το μεγαλείο μας, τις εξάρσεις μας, αλλά και τις θέσεις μας.
Νομίζω ότι αυτό το νομοθέτημα δίνει την ευκαιρία, εκτός των άλλων, με τη συγκρότηση και αποκατάσταση και στέγαση βεβαίως του ιστορικού αρχείου της Αστυνομίας, να εξοικειωθούμε περισσότερο με την ιστορική μνήμη, να μη φοβηθούμε την ιστορική μνήμη. Εμφύλιο πόλεμο είχε και η Ισπανία και μάλιστα έναν από τους πιο αιματηρούς εμφυλίους πολέμους στην ιστορία των ευρωπαϊκών λαών. Μπόρεσε όμως και βρήκε την άκρη η Ισπανία, μπόρεσε και βρήκε τη σωστή όδευση. Όποιος πάει σήμερα στην Ισπανία, μπορεί να το διαπιστώσει από τα μνημεία που υπάρχουν. Να εξοικειωθούμε, λοιπόν, με την ιστορική μνήμη.
Αν η Αστυνομία υπερέβη, εάν θέλετε, τα εσκαμμένα σε επίπεδο σεβασμού των ατομικών ελευθεριών, γιατί φταίει η Αστυνομία; Η Αστυνομία εκτελούσε πολιτικές αποφάσεις, ή εκτελούσε αποφάσεις κυβερνήσεων ανώμαλων ιστορικών περιόδων. Η Αστυνομία είναι κομμάτι του ελληνικού λαού. Κανείς γιος πλούσιου δεν πάει στην Αστυνομία. Πάνε παιδιά από εργατικές και αγροτικές οικογένειες και πάνε παιδιά αποφασισμένα να τιμήσουν τον όρκο που δίνουν στην πατρίδα, παιδιά τα οποία καμαρώνουν που φέρνουν το εθνόσημο στη στολή τους. Έτσι να το δούμε και όχι να ελεεινολογούμε την Αστυνομία και να τη βάζουμε εύκολα στον τοίχο, επειδή κάποιοι επίορκοι συνταγματάρχες που έφερναν το εθνόσημο και το καταπάτησαν, επειδή κάποιοι καταπάτησαν τον όρκο τους και οδήγησαν τη χώρα στην τραγωδία της Απριλιανής δικτατορίας και στα όσα ακολούθησαν με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την προδοσία του Αττίλα.
Πρέπει τα πλέγματα του παρελθόντος να τα εκριζώσουμε. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να κοιταχθούμε στον καθρέπτη της ιστορίας και να μην επανερχόμαστε και να ακούμε για Μπουραντάδες, πάλι τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια. Θα πάμε πάλι τον τόπο στη δεκαετία του ’50; Έφτυσε αίμα ο τόπος να ξεπεράσει αυτά τα σύνδρομα. Φτύσαμε αίμα να απαλλαγούμε από την ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα που μας κληροδότησε και στην Ελλάδα η συνάντηση και η Συμφωνία της Γιάλτας. Φτύσαμε αίμα να απαλλαγούμε απ’ αυτό. Άλλαξε ο κόσμος. Στις αρχές της δεκαετίας 1990-2000 έπεσαν τα σύνορα, έπεσαν τα τείχη. Αντιμετωπίζουμε στην αυγή του 21ου αιώνα ένα διαφορετικό κόσμο. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να αφήσουμε το παρελθόν πίσω μας. Και αυτό δεν θα το κάνουμε ενταφιάζοντας την ιστορική μνήμη, θα το κάνουμε αναδεικνύοντας την ιστορική μνήμη, βλέποντας το πρόσωπό μας στον καθρέπτη της ιστορίας, αφομοιώνοντας, όπως σας είπα, και τις δυνατές και τις αδύνατες στιγμές μας και κατανοώντας ότι η ιστορία όλων μας, η ιστορία του Άρη Βελουχιώτη, η ιστορία του Νίκου Ζαχαριάδη, η ιστορία του Κώστα Κολιγιάννη, η ιστορία των πρώην Βασιλέων της Ελλάδος, η ιστορία του Στρατηγού Ζέρβα, η ιστορία του Ψαρού , είναι κομμάτια της ίδιας της ιστορίας του ενιαίου ελληνικού Έθνους.
Και ας έλθουμε μετά να αναδείξουμε μέσα από τη νηφάλια προσέγγιση του ιστορικού και τις αδύνατες αλλά και τις δυνατές στιγμές.
Ποιος πιστεύει ή ποιος διατείνεται σ’ αυτήν την Αίθουσα ότι κατέχει τη μοναδική αλήθεια; Πόσο δημοκρατικό είναι να λέει κάποιος «εγώ εκπροσωπώ την απόλυτη αλήθεια και οι άλλοι το απόλυτο σκοτάδι»; Εκεί θα γυρίσουμε, στο «σημείο μηδέν» της ιστορίας, στη «μαύρη ζώνη» του μεσοπολέμου;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ήταν πάρα πολύ ωραία αυτά που είπε πριν από λίγο ο κύριος Παυλόπουλος με τη μετριοπάθεια, την πολιτική σοφία και τη σοβαρότητα που τον χαρακτηρίζουν. Εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε πολλά βήματα προς τα εμπρός. Θεωρούμε ότι αυτό το νομοθέτημα δίνει αυτήν τη δυνατότητα να στεγαστεί το ιστορικό αρχείο της Αστυνομίας, να οργανωθεί, να λειτουργήσει σε επίπεδο ιδρύματος όλη αυτή η προσπάθεια. Όπως σας είπα, θεσμοθετεί μία διαδικασία μέσω της οποίας μπορούμε να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη της ιστορίας και να μην ντρεπόμαστε, να μπορούμε να εξοικειωθούμε με την ιστορία, με την ενιαία ιστορική μνήμη.
Η ιστορία της ελληνικής κοινωνίας, η ιστορία του ελληνικού λαού, η ιστορία του ελληνικού έθνους περιλαμβάνει και ένα σημαντικό κομμάτι που είναι η Ελληνική Αστυνομία, ένα κομμάτι που προέρχεται από την κοινωνία μας και ανήκει στην κοινωνία μας. Εάν θεωρούμε ότι η Αστυνομία δεν είναι αυτή που μας αξίζει, στο χέρι μας είναι να την αλλάξουμε και να τη διορθώσουμε, στο χέρι μας είναι να επιχειρήσουμε την ποιοτική της αναβάθμιση. Αυτό κάνει η Κυβέρνηση στα πλαίσια της αποστολής και των εντολών που μας ορίζει και μας θέτει το δημοκρατικό πολίτευμα.
Σας ευχαριστώ πολύ.