Ομιλία κατα την συζήτηση επί των άρθρων και του συνόλου του Σ/Ν του Υπουργείου Εσωτερικών «Πολιτιστικό Κέντρο Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις».(17 Ιουλίου 2008)



 Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, καθώς οδεύουμε προς την ολοκλήρωση της συζήτησης ενώπιον του Θερινού Τμήματος, είμαι στη δυσάρεστη θέση να επαναλάβω μια διαπίστωση που έκανα στην αρχή. Δηλαδή, ότι σε αυτή τη συζήτηση πραγματικά από την πλευρά της Αντιπολίτευσης, Αξιωματικής, μείζονος, δηλαδή, αλλά και ελάσσονος, περίσσεψε η πολιτική καχυποψία, περίσσεψε η συνωμοτική θεώρηση και περίσσεψαν οι υπερβολές.
Χαίρομαι γιατί ο Υπουργός και σήμερα και χθες έδωσε όλες τις απαραίτητες διευκρινίσεις. Άκουσα από το πρωί να λέει ο κ. Ρήγας, ο αξιότιμος Εισηγητής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ότι εξαπάτησε το Κοινοβούλιο ο κ. Παυλόπουλος.
Μα, όποιος διάβαζε το κείμενο του υπό συζήτηση νομοσχεδίου θα διαπίστωνε ότι υπήρχε και η αναφορά σε κτίριο διοίκησης. Άρα, πού είναι η εξαπάτηση;
Εν πάση περιπτώσει, γιατί τέτοια καταστροφολογία για κάτι το οποίο κάποια στιγμή πρέπει να γίνει; Κάποια στιγμή πρέπει να αποκτήσει και η Ελληνική Αστυνομία ένα κτίριο διοικήσεως, το οποίο θα έχει και ελικοδρόμιο, θα έχει και όλες τις επιχειρησιακές δυνατότητες που απαιτεί ένα τέτοιο κτίριο διοικήσεως της Ελληνικής Αστυνομίας.
Όμως, για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους, νομίζω –το είπα και πριν, θα το επαναλάβω και σήμερα- ότι δεν πρέπει να μας αρνείται το ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν πρέπει να μας αρνούνται τα κόμματα της ελάσσονος Αντιπολίτευσης ότι, εάν μη τι άλλο, διαθέτουμε τον ίδιο βαθμό περιβαλλοντικής ευαισθησίας με αυτούς και στα θέματα του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής του Λεκανοπεδίου. Η δημιουργία μιας τέτοιας κτιριακής υποδομής θα αναδείξει και τον περιβάλλοντα χώρο και θα δώσει τη δυνατότητα να αποκατασταθεί η περιβαλλοντική τάξη στην περιοχή, η οποία εδώ και πολλά χρόνια είναι στη χειρίστη δυνατή κατάσταση, με αυθαίρετες κατασκευές, εγκατάλειψη του περιβάλλοντος χώρου και ούτω καθεξής, για την οποία κανείς δεν ενδιαφέρθηκε μέχρι σήμερα.
Εκφράστηκε η απορία –και δικαιολογημένα- από την πλευρά πολλών συναδέλφων και της Νέας Δημοκρατίας για τη λανθάνουσα ευαισθησία του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Όταν ασκεί τη διακυβέρνηση του τόπου επί εποχής Λαλιώτη, χωροθέτησε τη σχετική περιοχή, χωροθέτησε κατά τον τρόπο τον οποίο υποδεικνύει και με τη νομοθετική της πρωτοβουλία η Κυβέρνηση. Σήμερα τα ξέχασε αυτά, σήμερα ως Αντιπολίτευση επιδεικνύει άλλου είδους ευαισθησίες. Τότε, ως Κυβέρνηση, είχε άλλου είδους και άλλης ποιότητας ευαισθησίες.
Μα, θα παρακολουθούμε για να νομοθετήσουμε, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τις οβιδιακές μεταμορφώσεις σε πολιτικό επίπεδο του ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Η Κυβέρνηση έχει κάνει τις επιλογές της, η Κυβέρνηση σταθμίζει, πριν απ’ όλα, το δημόσιο συμφέρον και με βάση αυτήν την πυξίδα προχωρεί.
Ας αναφερθούμε λίγο και στα θέματα της Ελληνικής Αστυνομίας, τα οποία πολλοί φροντίζουν να παρακάμψουν. Η Ελληνική Αστυνομία έχει και αιτήματα, έχει και δικαιώματα. Εν πάση περιπτώσει, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί το σάκο του μποξ, στον οποίο η εκάστοτε Κυβέρνηση, τα εκάστοτε κόμματα της Αντιπολίτευσης να ασκούν την πυγμή τους και να εκτονώνονται πολιτικά.
Η Ελληνική Αστυνομία είναι κομμάτι του ελληνικού λαού. Κανείς προνομιούχος, με την κοινωνική έννοια του όρου, δεν στέλνει το παιδί του στην Ελληνική Αστυνομία. Είναι παιδιά από εργατικές και αγροτικές οικογένειες. Εάν σε κάποιες στιγμές η Ελληνική Αστυνομία ως μηχανισμός καταστολής σε δύσκολες στιγμές της ελληνικής πολιτείας και ιστορίας έδρασε όπως έδρασε, αυτό οφείλεται στις πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν. Αυτές τις διαταγές πήραν, αυτά έκαναν. Προς τι, λοιπόν, αυτή η ελεεινολόγηση της Ελληνικής Αστυνομίας με βάση αγκυλώσεις, σύνδρομα και ιδεολογικά και πολιτικά πλέγματα του παρελθόντος;
Όπως είπα και στην πρωτολογία μου, αυτά τα πληρώσαμε. Η χώρα μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο από υπαιτιότητα και ξένων, αλλά και από δική μας υπαιτιότητα βυθίστηκε σε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, τον οποίο πληρώσαμε πολύ ακριβά. Βγάλαμε όλοι τα συμπεράσματά μας, κάναμε όλοι την αυτοκριτική μας και επαναλαμβάνω ότι κάποια στιγμή πρέπει και στο Κοινοβούλιο να έχουμε το θάρρος να τιμήσουμε όλους αυτούς που έπεσαν, χωρίς προκαταλήψεις και αποκλεισμούς -και αντιλαμβάνεστε πολύ καλά τι εννοώ- και από τη μια πλευρά και από την άλλη.
Σε τελευταία ανάλυση, η παράταξη την οποία έχω την τιμή να εκπροσωπώ ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος, η Νέα Δημοκρατία, έκανε και την αυτοκριτική της και διδάχθηκε και από τα λάθη της, η ιστορική κεντροδεξιά στην Ελλάδα. Χαίρομαι ιδιαίτερα, όταν βλέπω να ακολουθούν το ίδιο παράδειγμα και άλλες παρατάξεις. Διότι, για να μπορέσουμε να πορευθούμε με ενότητα και ομοψυχία ως λαός -και είναι κάτι που το χρειαζόμαστε, γιατί πνέουν άνεμοι σφοδροί στην περιοχή και έρχονται καταιγίδες - θα πρέπει, πριν απ’ όλα, να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας και την ιστορική μας μνήμη. Όπως είπα και στην πρωτολογία μου, θα πρέπει να κοιταχθούμε στον καθρέφτη της ιστορίας και να συμφιλιωθούμε με το είδωλό μας, να συμφιλιωθούμε με αυτό που βλέπουμε, να ξεκαθαρίσουμε πού φταίξαμε, τι έγινε, πώς έγινε.
Εάν, λοιπόν, επαναλαμβάνουμε εδώ στερεότυπα, τα οποία έχουν φθαρεί ήδη στο διάβα της ιστορίας, περί Αστυνομίας, περί καταστολής, περί ιδεολογικών μηχανισμών, ξέρετε σήμερα ποιος θέλει την Αστυνομία;
Την Αστυνομία τη θέλει ο απλός φιλήσυχος Έλληνας, η απλή οικογένεια, ο οικονομικά αδύναμος Έλληνας. Το θέμα της ασφάλειας είναι δημόσιο αγαθό για τη μέση ελληνική οικογένεια. Ο προνομιούχος ο οικονομικά εύρωστος βρίσκει τη δυνατότητα ακόμη και όταν η Ελληνική Αστυνομία και η Ελληνική Πολιτεία στις περιπτώσεις που δεν μπορούν να παράσχουν τον απαιτούμενο βαθμό ασφάλειας να εξασφαλίσει με ίδια μέσα ιδιωτικές εταιρείες security συστήματα ασφαλείας κ.ο.κ το δημόσιο αγαθό που λέγεται ασφάλεια δημόσιο και ιδιωτικό αγαθό. Από την Ελληνική Αστυνομία περιμένει ο απλός πολίτης και κυρίως ο άνθρωπος της εργασίας ο νοικοκύρης Έλληνας οτιδήποτε και αν ψηφίζει να του εξασφαλίσει αυτό το δημόσιο αγαθό της ασφάλειας και της καθημερινής τάξης που το έχει ανάγκη για να πάει στη δουλειά του, να πάει στο σπίτι του, να μπορέσει να διεκπεραιώσει τις καθημερινές του κοινωνικές και προσωπικές υποχρεώσεις.
Σε ό,τι αφορά τώρα τα συνδικαλιστικά δικαιώματα για τα οποία πολλά ακούω βεβαίως η Ελληνική Αστυνομία πρέπει να έχει συνδικαλιστικά δικαιώματα και οι άνδρες και οι γυναίκες που υπηρετούν σε αυτή. Το πλαίσιο που ισχύει ήδη νομίζω ότι είναι ένα πλαίσιο αποδεκτό κατακτημένο με αγώνες και κινητοποιήσεις και ένα πλαίσιο που εξασφαλίζει και κατοχυρώνει τη σωστή συνδικαλιστική έκφραση.
Αλλά αγαπητοί φίλοι, αξιότιμοι συνάδελφοι των Κομμάτων της Αριστεράς δεν θα διαλύσουμε και την Ελληνική Αστυνομία.
ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ: Γιατί θα διαλυθεί άμα γίνει η απλή αναλογική;
ΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν θα διαλυθεί η Ελληνική Αστυνομία. Δεν θα μετατρέψουμε τους Έλληνες αστυνομικούς σε εκλογομάγειρους ή σε επιτελεία άγρας της εκλογικής ψήφου. Ήδη φαινόμενα διαλύσεως της Ελληνικής Αστυνομίας που οφείλονται και σε τέτοιου είδους καταστάσεις έχουν παρατηρηθεί. Δεν θα πάμε την κρίση σε βάθος. Σκοπός είναι να ανασυγκροτήσουμε το Σώμα και οφείλουμε να πούμε ότι οι προσπάθειες της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών κατατείνουν με επιτυχία προς αυτή την κατεύθυνση. Ελάτε λοιπόν, να αφήσουμε την καχυποψία.
Μου έκανε εντύπωση και η πολιτική καχυποψία με την οποία αντιμετωπίστηκε και η παρέμβαση του συναδέλφου του κυρίου Αποστολάτου, ο οποίος νομίζω ότι ούτε υπερέβαλε, έκανε ορισμένες επισημάνσεις, όπως τις έκρινε και τις αξιολόγησε ο ίδιος βασιζόμενος και στα πρακτικά των όσων ειπώθηκαν στην Επιτροπή. Ας αφήσουμε λοιπόν, την καχυποψία, ας αφήσουμε τα πλέγματα και τα ιδεολογικά και πολιτικά σύνδρομα και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Η Αστυνομία είναι ένα κομμάτι της Ελληνικής κοινωνίας. Ας αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες του ελληνικού λαού ,αλλά και τις ανάγκες του Σώματος και τα δικαιώματα των ανδρών και γυναικών που υπηρετούν σ' αυτό με βάση τις πιο σύγχρονες, τις πιο προοδευτικές κοινωνικές αντιλήψεις. Αλλά σε τελευταία ανάλυση ο μικρομεσαίος Έλληνας ο απλός άνθρωπος έχει ανάγκη από την Ελληνική Αστυνομία. Αυτό το δημόσιο αγαθό που λέγεται ασφάλεια μπορεί να του το εξασφαλίσει η Ελληνική Πολιτεία με όργανο θεσμικό και εντεταλμένο από την Ελληνική Δημοκρατική Πολιτεία την Ελληνική Αστυνομία. Ας αποφασίσουμε λοιπόν, να τη βάλουμε να λειτουργεί σωστά. Και ας αποκόψουμε κάθε είδους υστεροβουλίες πολιτικές, προσωπικές, μικροκομματικές. Τις έχει πληρώσει η Ελληνική Αστυνομία και η Ελληνική κοινωνία στο παρελθόν πάρα πολύ ακριβά.
Με όλες αυτές τις σκέψεις που νομίζω κύριε Πρόεδρε, συνοψίζουν και αυτά που ειπώθηκαν σε αυτή την Αίθουσα τουλάχιστον από την πλευρά των Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, νομίζω ότι μπορούμε να προχωρήσουμε και να ψηφίσουμε το σχετικό νομοθέτημα και εκεί που υπήρξαν και ανέκυψαν πιθανώς ερωτήματα δόθηκαν απόλυτες διευκρινήσεις από τον κύριο Παυλόπουλο, από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών. Άρα μπορούμε να ψηφίσουμε το νομοθέτημα και να περάσουμε στη συζήτηση των εξ ίσου σημαντικών τροπολογιών.