Ομιλία κατά την συζήτηση επί του Σ/N του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις». (30 Ιουλίου 2008)
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παρακολουθήσαμε πριν από λίγο ένα αυθεντικό δείγμα του τρόπου με τον οποίο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. επιμένει να ασκεί αντιπολίτευση. Διατυπώθηκε ένας λόγος, ο οποίος υποτίθεται ότι επιχειρεί να κατεδαφίσει τους πάντες και τα πάντα, με αποτέλεσμα στο τέλος να αποδομείται η ίδια η εικόνα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ως Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, να εκτίθεται το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι εκπρόσωποί του για το μηδενισμό τους, για τις υπερβολές τους, για την κενότητα των επιχειρημάτων του.
Είτε το θέλει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είτε όχι από το Μάρτιο του 2004 μέχρι σήμερα στο χώρο της οικονομίας και της κοινωνίας έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται βήματα μεγάλα προς τα μπρος. Να θυμίσουμε σε αυτούς που έχουν επιλεκτική μνήμη, μνήμη a la carte, ότι αυτή η Κυβέρνηση έφερε σε πέρας το μεγάλο φορτίο της αποκατάστασης της δημοσιονομικής τάξης της χώρας. Η χώρα εμφανιζόταν με διπλά και τριπλά βιβλία, με πλαστογραφημένα στοιχεία στις Βρυξέλλες. Είχε καταντήσει μια χώρα αναξιόπιστη στην ευρωζώνη, μια χώρα που παρουσίαζε ελλείμματα λίγο πιο πάνω από το 1,5%, και τα ελλείμματα βρέθηκαν να προσεγγίζουν το 7%.
Με τέτοιου είδους πολιτική ούτε η οικονομία στέκεται στα πόδια της ούτε η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων ούτε η χώρα μπορεί να λειτουργήσει σαν ισότιμος και σοβαρός εταίρος. Και βεβαίως σε καμία περίπτωση η χώρα δεν μπορεί να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις, ή εν πάση περιπτώσει να συμμετάσχει σε ένα διεθνές ράλι ανάπτυξης με όλα τα συμπαρομαρτούντα της ενεργειακής και οικονομικής κρίσης που προέκυψε στη συνέχεια και να υποβληθεί στο διεθνή ανταγωνισμό σε μια συγκυρία παγκοσμιοποιημένων αγορών χωρίς σύνορα και περιορισμούς.
Η Νέα Δημοκρατία, λοιπόν, πήρε αυτό το φορτίο –δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά- το ανέλαβε και το φέρνει σε πέρας. Δεν λέμε ότι στην οικονομία γίνονται θαύματα. Δεν μπορούν να γίνονται θαύματα στην οικονομία. Μπορούν να γίνονται, όμως, σταθερά, σίγουρα βήματα προς τα μπρος, τα οποία βλέπει όλος ο ελληνικός λαός ότι αποδίδουν. Και ανάπτυξη είχαμε πολύ πιο πάνω και θα εξακολουθήσουμε να έχουμε από τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους και η διαδικασία της προσέλκυσης επενδύσεων από το εσωτερικό και το εξωτερικό ξεκίνησε και προχωρά με ικανοποιητικούς ρυθμούς.
Όπως είπα όμως, ασφαλώς τα προβλήματα δεν έχουν λυθεί. Ασφαλώς στο δρόμο η χώρα μας προσέκρουσε επάνω σε μία κακή διεθνή οικονομική συγκυρία.
Από τη μία πλευρά είναι η μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο, το οποίο έφτασε στα ύψη. Εάν λέγαμε τις σημερινές τιμές του πετρελαίου πριν από ένα χρόνο, πριν από ενάμιση χρόνο, θα μας περνούσαν όλοι για παράφρονες ή για τρελούς. Σήμερα φτάσαμε στα ύψη που φτάσαμε, δυσθεώρητα ύψη για το παρελθόν, ακόμη και για την πιο τολμηρή φαντασία.
Και ήδη έρχονται προβλέψεις από ηγέτες πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Πριν από λίγο καιρό δημοσιεύθηκαν στον ξένο Τύπο οι δηλώσεις του Προέδρου της Βενεζουέλας κ. Τσάβεζ ότι ενδεχομένως γεγονότα πολιτικά στο διεθνές πεδίο θα μπορούσαν να σπρώξουν προς τα πάνω την τιμή του πετρελαίου και να αγγίξει αυτή ακόμη και τα 200 δολάρια το βαρέλι.
Λοιπόν, επάνω στην κακή διεθνή ενεργειακή συγκυρία προσέκρουσε η ελληνική οικονομία και βεβαίως προσέκρουσε και στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση.
Η Κυβέρνηση, τόσο με δηλώσεις του Πρωθυπουργού κ. Καραμανλή, όσο κα με δηλώσεις του αρμοδίου Υπουργού κ. Αλογοσκούφη, έχει αποδείξει ότι γνωρίζει, έχει σταθμίσει σωστά τις καταστάσεις που έχουν διαμορφωθεί και είναι δυσάρεστες στο διεθνές πεδίο και προσπαθεί με σωστούς ελιγμούς να οδηγήσει την ελληνική οικονομία στο να περάσει από τους υφάλους και τους σκοπέλους χωρίς να χτυπήσει επάνω, χωρίς να πληγωθεί, χωρίς να τραυματιστεί και να την οδηγήσει σε υπήνεμο λιμάνι.
Βεβαίως υπάρχουν προβλήματα. Δεν τα αμφισβητεί κανείς. Το πρόβλημα της ακρίβειας ίσως είναι το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα το μικρομεσαίο ελληνικό νοικοκυριό. Αλλά επειδή εδώ πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι το πρόβλημα της ακρίβειας έχει «πράσινες» ρίζες, έχει τις ρίζες του στην εποχή της διακυβέρνησης των Κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Σας θυμίζω ότι μέσα σε ένα βράδυ, από τη στιγμή που μπήκε η χώρα στην ΟΝΕ – και βεβαίως δεν έχει κανείς κάτι εναντίον της εισόδου της χώρας στην ενιαία νομισματικά και οικονομικά ευρωζώνη – μέσα από τις συνθήκες υπό τις οποίες μπήκε στην ΟΝΕ – και οι συνθήκες διαμορφώθηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – ισοτιμία ευρώ με την τότε δραχμή κ.ο.κ. – είδε η χώρα, είδε το μικρομεσαίο νοικοκυριό ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό να τριπλασιάζει την τιμή του μέσα σε λίγες ώρες. Οι κερδοσκόποι αλώνισαν στην αγορά τότε, με αποτέλεσμα μέσα σε λίγους μήνες το κόστος ζωής στην Ελλάδα να ανέβει τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι, επτά φορές.
Το ότι έγιναν αυτά στο παρελθόν βεβαίως δεν σημαίνει ότι απαλλασσόμεθα εμείς από τις δικές μας ευθύνες. Η μάχη κατά της ακρίβειας είναι καθημερινή, είναι συνεχής. Ο πόλεμος θα είναι συνεχής. Όλα δείχνουν ότι η Κυβέρνηση έχει επίγνωση ότι είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία.
Θα πρέπει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να λάβουμε υπόψη και, αν θέλετε, τη διαφοροποίηση που συντελείται στο παγκόσμιο περιβάλλον. Αποτελεί φενάκη η αντίληψη που επεκράτησε την τελευταία δεκαετία στις τέσσερις άκρες του κόσμου, ότι δηλαδή οι αγορές μπορεί να αυτορυθμίζονται. Και αυτορυθμιζόμενες οι αγορές μπορεί να καταλήγουν σε μια νέα ισορροπία, η οποία θα αποβαίνει και σε βάρος του καταναλωτή, μέσω της διαδικασίας ανταγωνισμού.
Σε μικρές αγορές, όπως είναι η ελληνική, στις οποίες διαμορφώνονται ολιγοπώλια ή μονοπώλια, αναδεικνύεται η ανάγκη ενός νέου κρατικού παρεμβατισμού. Όταν στην Αμερική ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, ο κ. Μπερνάκι
προβαίνει σε πράξεις ενίσχυσης των μεγαλυτέρων οργανισμών, ιδιωτικών οργανισμών, ιδιωτικών εταιρειών, ιδιωτικής στεγαστικής πίστης, που είναι εισηγμένες στη Wall Street. Αντιλαμβάνεστε ότι ο κόσμος αλλάζει, ιδεολογικά στερεότυπα και αγκυλώσεις της περασμένης δεκαετίας καταρρέουν.
Και δεν μιλάμε βεβαίως για έναν κρατικό παρεμβατισμό που θα αφορά την άσκηση της επιχειρηματικότητας. Η επιχειρηματικότητα ανήκει στον ιδιώτη και μόνο μέσω του ιδιώτη μπορεί να παράξει θετικά αποτελέσματα για το κοινωνικό σύνολο. Μιλάμε για ένα νέο κρατικό παρεμβατισμό, που θα αφορά τους όρους του παιχνιδιού και την εποπτεία της τήρησης των όρων του παιχνιδιού.
Αυτά για την αναφορά στο γενικότερο πλαίσιο. Έχει επίγνωση η Κυβέρνηση. Καλό είναι αυτοί που ευθύνονται για το γεγονός ότι η χώρα βυθίστηκε στην οικονομική κρίση, για το γεγονός ότι η χώρα αντιμετωπίζει το μέλλον σε αρκετές περιπτώσεις με πήλινα πόδια, να μην υποδύονται σήμερα τους εισαγγελείς του δημοσίου βίου και να κατηγορούν μία Κυβέρνηση που προσπαθεί και επιχειρεί να βελτιώνει την κατάσταση από μέρα σε μέρα, από μήνα σε μήνα.
Έρχομαι τώρα στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο. Άκουσα πριν τον κ. Βενιζέλο. Ύμνοι υπέρ του κ. Ζορμπά. Κράτησε, όμως, και ένα κρατούμενο. Έχει, λέει, και αυτός την ιδιαιτερότητά του και την ιδιοτυπία του. Ενθυμούμαι, όμως, τα όσα έλεγε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και δια του κ. Βενιζέλου και δια των άλλων εκπροσώπων του, όταν ο κ. Ζορμπάς προσήρχετο με μία άλλη πολιτική ιδιότητα τότε, αυτή του Γενικού Γραμματέα της Κυβέρνησης για τους εξοπλισμούς, στην περίφημη Εξεταστική Επιτροπή που εξέταζε τις καταγγελίες για διασπάθιση δημόσιου χρήματος και για μαύρες τρύπες διαχείρισης στην υπόθεση των TOR-M1. Τότε είχαν προσπαθήσει τα στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να τον εξουδετερώσουν ηθικά και πολιτικά. Σήμερα τον έχουν αναγορεύσει ως το παράκλητο πολιτικό πρόσωπο. Ξέχασαν τα αναθέματα του παρελθόντος και πλέκουν διαρκώς το εγκώμιο του κ. Ζορμπά.
Ο κ. Ζορμπάς έχει τη δική του ιστορία στο δημόσιο βίο, ένας έντιμος, αξιόλογος εισαγγελικός λειτουργός. Όλα, όμως, στη ζωή έχουν μία αρχή και ένα τέλος. Η Κυβέρνηση παίρνει το κόστος. Έκρινε ότι ο συγκεκριμένος θεσμός δεν αποδίδει πλέον. Αναλαμβάνει την ευθύνη, παρουσιάζει επιχειρήματα και στοιχεία, πείθει την κοινή γνώμη και προχωρεί, με το σημερινό νομοσχέδιο, στην αντικατάσταση της ανεξάρτητης αρχής με μία Επιτροπή, που πρέπει εδώ και τώρα να αρχίσει να λειτουργεί πιο ευέλικτα, πιο σωστά και πιο αποτελεσματικά. Γιατί η χώρα δεν έχει υποχρεώσεις μόνο απέναντι στο ελληνικό δίκαιο, έχει υποχρεώσεις και απέναντι στη διεθνή έννομο τάξη για τα θέματα της καταπολέμησης του βρώμικου χρήματος, που αφορούν και τα φαινόμενα τρομοκρατίας.
Δεν θα αναφερθώ, γιατί δεν επαρκεί ο χρόνος, στο θέμα της τροπολογίας. Θα περιμένω τη συζήτησή τους σήμερα το απόγευμα. Μια λέξη μόνο θα πω. Η Νέα Δημοκρατία, και στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζει το πρόγραμμά της.
Το ενδιαφέρον του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για τα θέματα αυτά είναι καθαρά υποκριτικό. Πάντοτε έβλεπε τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και τις κλαδικές του στις Δ.Ε.Κ.Ο. σαν το καλύτερο συνδικαλιστικό του εφαλτήριο για την κατάληψη και διατήρηση της εξουσίας. Με αυτό το πνεύμα του παρελθόντος, με τη λογική «ΠΑ.ΣΟ.Κ. και κράτος ενιαίο μόρφωμα και ενιαία πολιτική και οργανική οντότητα» επιχειρεί να πολιτευτεί και σήμερα. Μόνο που σήμερα είναι στην Αντιπολίτευση. Πάει εκείνη η ξύλινη δεκαετία και εικοσαετία, πάει ο κ. Μπάκουλης, ο οποίος κατέβαζε προθύμως το διακόπτη στη Δ.Ε.Η. και οδηγούσε και χειρουργεία στο να διακόπτουν τη λειτουργία τους και ασθενείς να οδηγούνται σε απόγνωση. Η Κυβέρνηση επιχειρεί -τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο- να εξομοιώσει τα πράγματα με τον ιδιωτικό τομέα, διατηρώντας δικλείδες ασφαλείας με σεβασμό των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων και των κλαδικών συμβάσεων, δικλείδες ασφαλείας που τίθενται από το Ελληνικό Σύνταγμα και την ελληνική έννομη τάξη.
Θα έχουμε, όμως, πολλά να πούμε στο θέμα της τροπολογίας, γιατί, όπως είπα, το ενδιαφέρον του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι καθαρά υποκριτικό. Θίγουμε εδώ το μαλακό υπογάστριο των μηχανισμών εξουσίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που διαμορφώθηκαν μέσα από συνθήκες και κλίμα πολιτικής και συνδικαλιστικής πατρωνίας, κυρίως στο χώρο των Δ.Ε.Κ.Ο. Γι’ αυτά, όμως, θα επανέλθουμε σύντομα.
Ευχαριστώ πολύ.