Άρθρο στην Εφημερίδα « Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» την 16η Νοεμβρίου 2008



Έχει γίνει πλέον από όλους κατανοητό ότι τα γενεσιουργά αίτια της δραματικής κρίσης, που πλήττει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, έχουν τις ρίζες τους στην περίοδο της διακυβέρνησης των Η.Π.Α. από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν.

Το οικονομικό επιτελείο του συγκεκριμένου Αμερικανού προέδρου, επέβαλε, ως κυρίαρχη αντίληψη, αλλά και πολιτική, στον χώρο της οικονομίας την σταδιακή κατάργηση όλων των εποπτικών μηχανισμών και των διαδικασιών Δημοσίου και Κοινωνικού έλεγχου, στα πλαίσια των περιβόητων, πλέον, «Ρεϊγκανόμικς».

Την σκυτάλη πήραν στην συνέχεια οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι επί προεδρείας Κλίντον ασπάσθηκαν απολύτως την αντίληψη περί «πλήρους αυτορρύθμισης των αγορών» και την εφήρμοσαν στην πράξη, σε έκταση και σε μέγεθος που δεν είχαν υπάρξει ούτε επί των Ρεπουμπλικανών.

Οι ιδεολογικές αυτές εμμονές μεταφέρθηκαν γρήγορα και στην Ευρώπη, με πρωτεργάτες στην εμπέδωση και την διάδοση τους, κυρίως το Εργατικό Κόμμα της Μεγάλης Βρεταννίας, υπό την ηγεσία του Tόνι Μπλερ.

Οι νεοφιλελεύθερες επιλογές δεν εκλαμβάνονταν πλέον ως απλές συνταγές καθημερινής πολιτικής, αλλά ειχαν μετατραπεί σε ένα απόλυτο δόγμα συγκρότησης και λειτουργίας της οικονομίας, το οποιο εισέβαλε – υπό μορφή καταιγιστικής ιδεοληψίας -  σε όλα σχεδόν τα μεγάλα κόμματα εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Σπρώχνοντας στο περιθώριο όλες εκείνες τις κοινωνιστικές αντιλήψεις, στις οποίες βασίστηκε για πολλές δεκαετίες η ανάπτυξη της οικονομίας και των Ευρωπαϊκών κοινωνιών, από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά (βλ. ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την πολιτική οικοδόμησης της γερμανικής ανάπτυξης και του κοινωνικού κράτους, που ακολουθήθηκε από το πολιτικό δίδυμο των Aντενάουερ και Έρχαρντ, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας).

Το ποιά υπήρξε η θρυαλλίδα και το πώς έγινε η έκρηξη, που έσπασε την «φούσκα» ενός παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος, που είχε σαν «Αχίλλειο πτέρνα» του την αλόγιστη επέκταση της στεγαστικής πίστεως στις Η.Π.Α. και την επένδυση των κινδύνων αλλά και των αξιώσεων που απέρρεαν  από αυτήν, στα περιβόητα «τοξικά ομόλογα», είναι πράγματα που έχουν γίνει πλέον γνωστά σε όλον τον κόσμο.

Το ερώτημα είναι τι πρέπει να κάνει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, οι υπερεθνικοί Διεθνείς Οργανισμοί (όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση), αλλά και η κάθε μία χώρα ξεχωριστά, για να βγούμε από την κρίση, όσο το δυνατόν πιο αλώβητοι, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες;

Η ύψιστη αναγκαιότητα, που αναδεικνύεται στο διεθνές πεδίο, έχει να κάνει αναμφίβολα με τον επανακαθορισμό των δομών και των όρων λειτουργίας του Παγκόσμιου Οικονομικού συστήματος, δηλαδή με ένα νέο  «Μπρέτον Γούντς» και με άλλες ειδικότερες ρυθμίσεις η απαρίθμηση των οποίων ξεφεύγει από τα στενά όρια του παρόντος κειμένου.

Αυτό που είναι βέβαιο, είναι ότι η δραματική αυτή παγκόσμια κρίση σημαίνει το τέλος της ιδεοληψίας περί «αυτορρύθμισης των αγορών», η οποία αποτέλεσε την ιδεολογική βάση της Παγκοσμιοποιημένης Οικονομίας τις τελευταίες δεκαετίες και εξέθρεψε έναν ακραίο πολιτικό και οικονομικό φονταμενταλισμό, που πήρε τις διαστάσεις μιας «πολιτικής θεολογίας της αγοράς».

Ασφαλώς η ελευθερία της αγοράς δεν θα πάψει να υπάρχει. Από εδώ και πέρα όμως θα παρακολουθείται αυστηρά από ένα νέο παρεμβατικό ρόλο του σύγχρονου Κράτους, ο οποίος αναδεικνύεται με επιτακτικό τρόπο μέσα από τις ανάγκες του σήμερα και του αύριο. Και έχει να κάνει, όχι με την επαναφορά του Κράτους σε ρόλο «επιχειρηματία», αλλά με την ανάθεση στο Κράτος της αποστολής να θέτει τους κανόνες του οικονομικού «παιχνιδιού», να καθορίσει τα όρια μέσα στα οποία πρέπει να  κινούνται οι «παίχτες» και να εγγυάται ότι οι δομές και οι λειτουργίες Δημοσίου και Κοινωνικού έλεγχου θα είναι σε επαγρύπνηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε θα βγάζουν απ έξω όποιον δεν τηρεί τους κανόνες.

Στην καθ ημάς εκδοχή της κρίσεως, τα πράγματα είναι αρκετά διαφοροποιημένα.

Οι ελληνικές τράπεζες –είναι αλήθεια – ότι δεν έχουν «εκτεθεί» σε «τοξικά προϊόντα».

Αυτό έγινε, κατά κύριο λόγο, διότι η κερδοφορία τους ήταν τόσο υψηλή από τις συνήθεις τραπεζικές δραστηριότητες, ώστε δεν είχαν λόγους να μπουν σε μεγαλύτερες περιπέτειες.

Η συμμετοχή μας στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα όμως, με την διαδικασία του « ντόμινο», φέρνει την κρίση και μέσα στην χώρα μας, με συνέπεια να ενισχύονται και να πολλαπλασιάζονται ήδη προϋπάρχουσες «στρεβλώσεις» και «αδυναμίες», που παρακολουθούν την Ελληνική οικονομία από το 1981 και μετά.

Παρά τα λεγόμενα περί του αντιθέτου από την αντιπολίτευση, η κυβέρνηση πήρε ήδη σημαντικές πρωτοβουλίες, με την εγγύηση των καταθέσεων (κινηθήκαμε από τους πρώτους στην Ευρώπη, αμέσως μετά την Ιρλανδία) και με τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας στην οικονομία, τα οποία αποφασίστηκε να προωθηθούν μέσω των τραπεζών.

 Τι πρέπει να γίνει ακόμα;

Η απαρίθμηση που ακολουθεί είναι ενδεικτική και όχι αποκλειστική

1. Η κυβέρνηση έχει την δύναμη (και δι αυτής, την πειθώ…) να οδηγήσει όλες τις τράπεζες στην συμμετοχή τους στο κυβερνητικό «πακέτο» για την ενίσχυση της ρευστότητας.

Εννοείται ότι οι τράπεζες που θα κάνουν χρήση θα συμμορφωθούν υποχρεωτικά και με ένα πλαίσιο κανόνων, που περιλαμβάνονται στην σχετική νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης και θα δεσμεύουν για τον τρόπο, αλλά και τις διαδικασίες, με τις οποίες θα αναλάβουν την περαιτέρω χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της στεγαστικής και καταναλωτικής πίστεως και ούτω καθ’ εξής.

2. Οι Ελληνικές Τράπεζες, δείχνοντας αυξημένο αίσθημα Κοινωνικής Εταιρικής Ευθύνης, οφείλουν να μειώσουν άμεσα τα επιτόκια χορηγήσεων, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις φτάνουν μέχρι και 10 μονάδες πάνω από τα Ευρωπαϊκά.

3. Άμεση προώθηση των μέτρων  για την προστασία των δανειοληπτών, πολλά από τα οποία έχουν ήδη δει το φως της δημοσιότητας (μετάθεση χρόνου πληρωμής δόσεων κλπ).

4. Ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, για την τόνωση της ανάπτυξης και για την υποστήριξη της απασχόλησης.

5. Ειδικό πρόγραμμα για την στήριξη του ελληνικού Τουρισμού, με έμφαση στην αποκλιμάκωση των τιμών και στην ενίσχυση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.

6. Αποφασιστική προώθηση των Ενεργητικών Πολιτικών για την στήριξη της απασχόλησης (πχ επιδότηση θέσεων εργασίας κατά κλάδους και περιοχές που θα δοκιμαστούν ιδιαιτέρως, με αντίστοιχη δέσμευση των εργοδοτών κλπ.)

7. Αυστηρή πολιτική προστασίας του μικρομεσαίου νοικοκυριού από την ακρίβεια και την κερδοσκοπία.

8. Άμεση ψήφιση του σχεδίου Νόμου για την δημιουργία «Σώματος Ελεγκτών της Αγοράς».

9. Διαρκείς τιμοληψίες και αυστηρή παρακολούθηση της διαμόρφωσης των τελικών τιμών των βασικών προϊόντων που έχουν άμεση ανάγκη οι ελληνικές οικογένειες.

10. Βελτίωση της λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και αυστηροποίηση των προστίμων.

11.  Συγκράτηση των τιμολογίων στις υπηρεσίες που προσφέρουν οι Δ.Ε.Κ.Ο. στα ελληνικά νοικοκυριά και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.