Ομιλία κατά την συνέχιση της συζήτησης επί των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης «Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και άλλες διατάξεις» (1 Απριλίου 2009)



Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα διεξάγεται στην Εθνική Αντιπροσωπεία μια επιβαλλόμενη συζήτηση για δύσκολες αποφάσεις και για δυσάρεστα μέτρα που καλείται να λάβει και λαμβάνει η Κυβέρνηση, δυσάρεστα πλην όμως αναπόφευκτα και απαραίτητα.
Παρακολουθώ εδώ και πολλούς μήνες από αυτή την Αίθουσα με την ιδιότητα του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας να ξετυλίγεται μπροστά μας η επιχειρηματολογία των συναδέλφων της ηγετικής ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Αυτό με το οποίο απορώ είναι η ανυπαρξία κεντρικής συλλογιστικής για το πώς μπορούμε και πρέπει να αντιμετωπίσουμε την κρίση. Ακούγονται σκέψεις επικριτικές βεβαίως, ατάκτως ερριμένες, ορισμένες είναι ενδιαφέρουσες –δεν λέω- ορισμένες, λίγες, συμβάλλουν και ορθώς τις υιοθετεί η Κυβέρνηση στη βελτίωση των κυβερνητικών πρωτοβουλιών –το έκανε πριν από λίγο προς τιμήν του ο Υπουργός κ. Παπαθανασίου…
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ: Μα τι είναι αυτά; Πάλι ευχολόγια;
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αναστάσιος Νεράντζης): Έχετε την καλοσύνη να σταματήσετε να διακόπτετε, κύριε Βρεττέ; Σας παρακαλώ! Δεν σας διέκοψε κανείς. Ο κ. Παναγιωτόπουλος δεν διέκοψε κανέναν!
ΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αγαπητέ κύριε Βρεττέ, υπομονή.
Λέω, λοιπόν, ότι ακούγονται τοποθετήσεις με έντονο επικριτικό περιεχόμενο, ατάκτως ερριμένες, αλλά απουσιάζει αυτή η κεντρική συλλογιστική, η οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί τη σπονδυλική στήλη μιας συνολικής πρότασης αντιμετώπισης της κρίσης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, απέναντι σε αυτή την κατάσταση όποιος λέει ότι έχει τη συνταγή στην τσέπη του είναι ή αδιάβαστος ή δεν έχει σώας τας φρένας ή είναι κατ’ επάγγελμα και καθ’ έξιν πολιτικός απατεώνας.
Δεν το κάνετε. Τι κάνετε όμως; Δεν λέτε την αλήθεια. Πιστεύετε ότι μπορεί να περάσουμε την κρίση χωρίς να πούμε την αλήθεια στον κόσμο. Και η αλήθεια θα περιλαμβάνει και ορισμένες δυσάρεστες διαπιστώσεις, θα περιλαμβάνει και ορισμένα δυσάρεστα, δύσκολα, οδυνηρά αλλά αναπόφευκτα και απαραίτητα μέτρα.
Αυτό που πρέπει να κοιτάξουμε είναι –και εκεί θα συμφωνήσουμε και αυτό το δρόμο ακολουθεί η Κυβέρνηση, αλλά δεν το παραδέχεστε- πώς θα κατανείμουμε τα βάρη αυτής της κρίσης κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι έχοντες να αναλάβουν το περισσότερο βάρος –άλλωστε αυτοί μπορούν να το επωμισθούν- και οι μη κατέχοντες να μην επιβαρυνθούν πολύ γιατί δεν αντέχουν άλλο.
Αυτό κάνει η Κυβέρνηση. Όπως είπα, οι αποφάσεις είναι δυσάρεστες, είναι δύσκολες, είναι οδυνηρές αλλά οι αποφάσεις αυτές είναι απαραίτητες και αναπόφευκτες. Δεν μπορεί να γίνει κάτι διαφορετικό.
Εν πάση περιπτώσει, επειδή ακούω να ασκείτε κριτική, ελάτε να μας πείτε ποιους ακριβώς εσείς θα επιβαρύνετε. Ποιους θα επιβαρύνετε; Ή θα πείτε στον ελληνικό λαό ότι αν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήταν αυτή τη στιγμή στην ηγεσία του τόπου, θα περνούσαμε την κρίση, χωρίς να επιβαρύνετε κανέναν; Είναι κανείς που το πιστεύει αυτό; Είναι κάποιος που μπορεί να σας πάρει στα σοβαρά αν αντιπαρατίθεστε στην Κυβέρνηση με τέτοιες απόψεις;
Ή να πάρουμε στα σοβαρά την άλλη άποψη ότι θα φορολογηθούν οι μεγάλες –λέει- εταιρίες; Μα, γνωρίζετε ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα αποτελούν περίπου το 1% του συνόλου. Αυτή είναι η αλήθεια. Η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες και η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής επιχειρηματικότητας διοχετεύεται ακριβώς στη μικρομεσαία ελληνική επιχείρηση.
Πρέπει να αντιληφθείτε ότι τη μικρομεσαία ελληνική επιχείρηση δεν μπορούμε να τη βάλουμε με την πλάτη στον τοίχο. Με την πλάτη στον τοίχο την έβαλε η πολιτική σας, η οποία οδήγησε σε μια εποχή πολύ θετικών διεθνών οικονομικών μεγεθών πάνω από 375.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις να κατεβάσουν ρολά. Αυτή είναι η αλήθεια.
Αν εξουθενώσουμε και εξαφανίσουμε τη μικρομεσαία επιχείρηση, τι θα συμβεί; Γνωρίζετε ότι χωρίς επιχειρηματικότητα δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας. Τα υπόλοιπα είναι ιδεοληψίες και ιδεολογήματα ενός περασμένου αιώνα, τα οποία εκεί που εφαρμόστηκαν οδήγησαν τις κοινωνίες σε αδιέξοδα.
Τι κάνει η Κυβέρνηση; Προσπαθεί να κατανείμει τα βάρη. Και για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, όταν λέει ότι θα επιβαρυνθούν ατομικά εισοδήματα από 60.000 ευρώ και πάνω, ασφαλώς αυτό δεν είναι κάτι ευχάριστο, όπως σας είπα πριν. Είναι δυσάρεστο. Μακάρι να μην βρισκόμασταν σε αυτή τη θέση να προχωρήσουμε στην επιβολή έκτακτης εισφοράς.
Θα σας θυμίσω όμως το εξής. Δεν το είχατε κάνει και εσείς ως Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αν δεν απατώμαι, το 1985 και το 1988; Δεν θυμόμαστε τα δικά σας κυβερνητικά πεπραγμένα; Τόσο μικρή χωρητικότητα μνήμης έχετε; Ή πιστεύετε ότι εμείς οι υπόλοιποι δεν θυμόμαστε;
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δυο φορές επέβαλε τέτοιου είδους έκτακτη εισφορά και μάλιστα την επέβαλε σε εποχές, όπου οι διεθνής οικονομική κατάσταση ήταν πολύ καλύτερη και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη σημερινή πρωτόγνωρη, ως προς τη σφοδρότητά της, το βάθος και το μέγεθός της, διεθνή οικονομική κρίση.
Τι λέει, λοιπόν, η Κυβέρνηση; Επιβάλλει αυτή τη δυσάρεστη αλλά απαραίτητη και αναπόφευκτη έκτακτη εισφορά και σήμερα βελτιώνει ακόμη περισσότερο τη νομοθετική της πρωτοβουλία.
Θεωρώ πάρα πολύ θετική την τροπολογία, με την οποία καθιερώνονται κλίμακες που αφορούν την κλιμάκωση των εισοδημάτων προς τα πάνω. Γιατί βεβαίως δεν μπορούσε να πληρώσει την ίδια εισφορά ένας που έχει 150.000 ευρώ ατομικό ετήσιο εισόδημα με κάποιον ο οποίος έχει 900.000 ευρώ. Ασφαλώς. Έπρεπε να γίνει αυτή η τροποποίηση.
Όπως επίσης θεωρώ πάρα πολύ θετικό το γεγονός –και υπήρξαν προτάσεις και από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά και της Ελάσσονος Αντιπολίτευσης, εγώ συγκράτησα πριν από λίγο τα λεχθέντα από το συνάδελφο κ. Κουσελά- ότι δεν μπορεί να προσμετράται η αύξηση του ατομικού εισοδήματος που γίνεται με την προσθήκη της αποζημίωσης, όταν –ο μη γένοιτο- απολυθεί ο εργαζόμενος ή του εφάπαξ. Αυτή είναι μια αδικία που πρέπει να διορθωθεί και σπεύδει η Κυβέρνηση να τη διορθώσει, ακούγοντας –αν θέλετε- και τις δικές σας προτάσεις και τις δικές σας παρεμβάσεις.
Η οικονομική κρίση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μας αφορά όλους. Δεν αφορά μόνο ούτε τους οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας , ούτε του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ούτε των υπολοίπων κομμάτων που εκπροσωπούνται ή δεν εκπροσωπούνται στην Εθνική Αντιπροσωπεία.
Όμως για να μιλήσουμε λίγο σοβαρά και καθαρά σε αυτή την Αίθουσα, το σύνηθες ατομικό μηνιαίο εισόδημα ενός μισθωτού δεν είναι τα 5.000 ευρώ. Αυτή είναι η αλήθεια. Η έκτακτη εισφορά δεν θίγει τη μεγάλη μάζα, το μεγάλο πλήθος των ιδιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων. Αυτή είναι η αλήθεια.
Μακάρι να μην χρειαζόταν να θιγούν και οι υπόλοιποι. Μακάρι! Σας λέω ότι είναι δυσάρεστη και δύσκολη απόφαση, απαραίτητη και αναπόφευκτη. Μακάρι να μην χρειαζόταν, αλλά εδώ υπάρχει μια συγκεκριμένη πραγματικότητα, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε και θα την αντιμετωπίσουμε λέγοντας την αλήθεια στον κόσμο.
Σε ό,τι αφορά τα αυτοκίνητα, πρώτα απ’ όλα είναι εργαλείο για τον Έλληνα και την Ελληνίδα. Αν θέλετε ο Έλληνας και η Ελληνίδα έχουν μία βιωματική σχέση με το αυτοκίνητο, μια περίεργη υπαρξιακή σχέση με το αυτοκίνητο. Δεν τους το αλλάξουμε εμείς τώρα.
Πρέπει, λοιπόν, να υπάρξουν αυτές οι μειώσεις. Είναι σημαντικές. Επιπλέον βοηθούν και έναν κλάδο ο οποίος όπως σωστά είπε ο αρμόδιος Υπουργός, απασχολεί πάνω από εκατό χιλιάδες εργαζομένους.
Σε ό,τι αφορά τώρα το θέμα των τραπεζών, θα επαναλάβω κάτι το οποίο είπα και χθες. Η Κυβέρνηση δεν ταυτίζεται με κανέναν επιχειρηματικό κλάδο, πόσο μάλλον με τις τράπεζες. Οι ελληνικές τράπεζες ήρθε ο καιρός να αποδείξουν ότι έχουν υψηλό αίσθημα κοινωνικής εταιρικής ευθύνης. Τόσα χρόνια πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση είχαν μια κερδοφορία από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Η ελληνική κοινωνία βλέπει τι κάνει ο καθένας αυτήν την κρίσιμη στιγμή και επιμερίζει ευθύνες. Έχει και κρίση, έχει και μνήμη.
Ήρθε ο καιρός, λοιπόν, και η Ένωση Τραπεζών και η ηγεσία της καθεμιάς μεγάλης τράπεζας να αποδείξει ότι απέναντι σ’ αυτή τη διεθνή οικονομική κρίση που εισέβαλε στο σπίτι μας, εδώ στη χώρα μας, είναι σε θέση να επιδείξει μέτρο υπευθυνότητας και ευθύνης υψηλό και να συμβάλει στη συνολική προσπάθεια. Αν κάποιοι δεν το καταλάβουν, η Κυβέρνηση είμαι βέβαιος ότι είναι αποφασισμένη να τους υποδείξει τη σωστή πορεία.
Είπα χθες, μιλώντας για τις εταιρείες είσπραξης που γίνονται εταιρείες ενημέρωσης, ότι πρέπει να σφίξουν τα λουριά. Πρέπει να σφίξουν τα λουριά περισσότερο και για τις ελληνικές τράπεζες. Και επαναλαμβάνω, όποιος δεν καταλάβει από την ηγεσία τους ότι οφείλει τώρα να συμβάλει στη συνολική προσπάθεια της ελληνικής κοινωνίας και ιδιαίτερα των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων, να αντιμετωπίσουμε την κρίση πρέπει να υφίσταται και τις συνέπειες.
Για άλλες βελτιώσεις θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε. Θεωρώ ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Οικονομίας με τη σημερινή της παρουσία εδώ έδειξε ότι και ακούει και παίρνει τα μηνύματα της κοινωνίας και προσπαθεί να οδηγήσει τη χώρα μας και την ελληνική οικονομία μέσα από συμπληγάδες για να μπορέσουμε να αποφύγουμε τα χειρότερα και να περάσουμε την οικονομική κρίση χωρίς ανήκεστο βλάβη, με τις ελάχιστες δυνατές απώλειες.
Ευχαριστώ πολύ.